Μενού

Φόρμα Σύνδεσης



Ποιές πιστεύετε ότι είναι οι πηγές της αλήθειας;

Ποιές πιστεύετε ότι είναι οι πηγές της αλήθειας;
 
Αρχική σελίδα
  • An Image Slideshow
  • An Image Slideshow
  • An Image Slideshow
  • An Image Slideshow
  • An Image Slideshow
  • An Image Slideshow

«Διότι τις εξ υμών, θέλων να οικοδομήσει πύργον, δεν κάθηται πρώτον και λογαριάζει την δαπάνην, αν έχη τα αναγκαία δια να τελειώση αυτόν; μήποτε αφού βάλη θεμέλιον και δεν δύναται να τελειώση αυτόν, αρχίσωσι πάντες οι βλέποντες να εμπαίζωσιν αυτόν, λέγοντες Ότι ούτος ο άνθρωπος ήρχισε να οικοδομή και δεν ηδυνήθη να τελειώση. ...  Ούτω λοιπόν πας όστις εξ υμών δεν απαρνείται πάντα τα εαυτού υπάρχοντα, δεν δύναται να είναι μαθητής μου» (Λουκάς, ιδ΄:28-30,33)

Κάθε άνθρωπος που θέλει να οικοδομήσει και να φτιάξει ένα σπίτι, κάνει ένα προϋπολογισμό της δαπάνης που θα απαιτηθεί από την αρχή της οικοδόμησης του σπιτιού έως το τέλος αυτής. Έχει υπόψη του ότι θα χρειαστούν χρήματα για την έκδοση άδειας οικοδομής, για τον μηχανικό, για τους εργάτες (οικοδόμους – ηλεκτρολόγους – υδραυλικούς - ελαιοχρωματιστές), τα εργασιακά ένσημα, για τα οικοδομικά υλικά, για τα έπιπλα και για ότι άλλο χρειαστεί να δαπανήσει  μέχρι να ολοκληρωθεί η κατασκευή του σπιτιού του. Όταν αυτή η κατασκευή ολοκληρωθεί, χαίρεται γιατί βλέπει ένα έτοιμο σπίτι για να ζήσει αυτός και η οικογένειά του. Συνεπώς  προϋπολογισμός της δαπάνης κάθε οικοδομής, είναι απαραίτητο να γίνει από τον οικοδομούντα, ώστε αυτός να μη βρεθεί στη δυσάρεστη θέση να αρχίσει την οικοδομή αλλά να μη μπορέσει να την ολοκληρώσει.

Αυτό το παράδειγμα του προϋπολογισμού της δαπάνης της υλικής οικοδομής, ο Κύριος Ιησούς Χριστός το ανέφερε για να βοηθήσει κάθε συνειδητό χριστιανό να κάνει σωστό προϋπολογισμό δαπάνης της πνευματικής οικοδομής που καλείται να οικοδομήσει στον εσωτερικό του άνθρωπο. Η Αγία Γραφή μας πληροφορεί ότι ο άνθρωπος πλάστηκε από τον Τριαδικό Θεό, ‘κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση Θεού’, έτσι ώστε ο ίδιος να επιλέξει να γίνει παιδί Θεού, το δε σώμα του να γίνει ναός του Θεού. Βέβαια, όπως έχουμε αναφέρει πολλές φορές σε προηγούμενα άρθρα, για να γίνει κάποιος παιδί Θεού, πρέπει να μετανοήσει για τις αμαρτίες του και να πιστέψει ότι ο άνθρωπος Ιησούς Χριστός είναι ο αναμάρτητος Υιός του Θεού που πλήρωσε με τη θυσία Του πάνω στο σταυρό του Γολγοθά για τις αμαρτίες του και αναστήθηκε για τη δικαίωσή του. Η άμεση συνέπεια αυτής της πίστης είναι ο μετανοημένος άνθρωπος να επικαλεστεί τον Ιησού Χριστό, με αποτέλεσμα ο Πατέρας Θεός να τον αναγεννήσει και να τον κάνει παιδί Του. Η αναγέννηση του πιστού ταυτίζεται με τα προσωπικά ‘Χριστούγεννά’ του και από κει και πέρα αρχίζει ο καλός αγώνας του πιστού να μορφωθεί ο Χριστός μέσα στον εσωτερικό του άνθρωπο, δηλαδή η οικοδόμηση εκ μέρους του πιστού της ατομικής του πνευματικής οικοδομής που θα αποτελεί κατοικητήριο του Τριαδικού Θεού.  Έτσι όσοι λέμε ότι αγαπάμε τον Κύριο Ιησού  διότι μας έσωσε από τον αιώνιο θάνατο και με το αίμα του το άγιο μας εξαγόρασε από την δουλεία της αμαρτίας, οφείλουμε σωματικώς και πνευματικώς  να είμαστε δικοί Του. Διαβάζουμε στην Καινή Διαθήκη σχετικά:

«Δεν εξεύρετε ότι είσθε ναός Θεού, και το Πνεύμα του Θεού κατοικεί εν υμίν; Εάν τις φθείρη τον ναόν του Θεού, τούτον θέλει φθείρει ο Θεός∙ διότι ο ναός του Θεού είναι άγιος, όστις είσθε σείς» (Α΄ Κορινθίους, γ΄:16-17).

«Διότι ηγοράσθητε δια τιμής∙ δοξάσατε λοιπόν τον Θεόν δια του σώματός σας, και δια του πνεύματός σας, τα οποία είναι του Θεού» (Α΄ Κορινθίους, ς΄:20).

«Επειδή η αγάπη του Χριστού συσφίγγει ημάς, διότι κρίνομεν τούτο, ότι εάν εις απέθανεν υπέρ πάντων, άρα οι πάντες απέθανον και απέθανεν υπέρ πάντων, διά να μη ζώσι πλέον δι' εαυτούς οι ζώντες, αλλά διά τον αποθανόντα και αναστάντα υπέρ αυτών.» (Β΄ Κορινθίους, ε΄:14,15).

Έτσι αυτός που εκτιμά το έργο της αγάπης του Κυρίου στη ζωή του, κάνει ένα  σωστό προϋπολογισμό δαπάνης της πνευματικής οικοδομής που καλείται να οικοδομήσει. Ο Κύριος λέγοντας ‘Ούτω λοιπόν πας όστις εξ υμών δεν απαρνείται πάντα τα εαυτού υπάρχοντα, δεν δύναται να είναι μαθητής μου’, μας αφήνει να εννοήσουμε ότι κάποιοι πιστοί, όπως ο Ιούδας, που θέλουν να διατηρήσουν ένα μέτρο αγάπης στον Κύριο, συγκρίσιμο με το μέτρο της αγάπης τους στα ‘εαυτών τους υπάρχοντα’, δεν θα μπορέσουν να ολοκληρώσουν την πνευματική τους οικοδομή. Αυτή πιστεύουμε ότι είναι η έννοια του ‘απαρνούμαι πάντα τα εαυτού υπάρχοντα’. Στα πλαίσια αυτού του πνευματικού προϋπολογισμού δαπάνης, ο Κύριος μας γνωστοποίησε  και τα εξής: «Διότι ήλθον να διαχωρίσω άνθρωπον κατά του πατρός αυτού, και θυγατέρα κατά της μητρός αυτής, και νύμφην κατά της πενθεράς αυτής. Και εχθροί του ανθρώπου θέλουσιν είσθαι οι οικιακοί αυτού. Όστις αγαπά πατέρα ή μητέρα υπέρ εμέ, δεν είναι άξιος εμού∙ και όστις αγαπά υιόν ή θυγατέρα υπέρ εμέ, δεν είναι άξιος εμού. Και όστις δεν λαμβάνει τον σταυρόν αυτού, και ακολουθεί οπίσω μου, δεν είναι άξιος εμού. Όστις εύρη την ζωήν αυτού, θέλει απολέσει αυτήν∙ και όστις απολέση την ζωήν αυτού δι’ εμέ, θέλει ευρεί αυτήν» (Ματθαίος,ι΄:35-39).

«Εάν τις έρχηται προς με, και δεν μισή τον πατέρα αυτού, και την μητέρα, και την γυναίκα, και τα τέκνα, και τους αδελφούς, και τας αδελφάς, έτι δε και την εαυτού ζωήν, δεν δύναται να είναι μαθητής μου. Και όστις δεν βαστάζει τον σταυρόν αυτού, και έρχεται οπίσω μου, δεν δύναται να είναι μαθητής μου» (Λουκάς,ιδ΄:25-27).

Εύλογα θα αναρωτηθεί κανείς γιατί ο Ιησούς Χριστός λέει ότι ήλθε να φέρει διαχωρισμό και να μισούμε τα κοντινά μας συγγενικά πρόσωπα ενώ ο ίδιος μας διδάσκει να αγαπάμε ακόμα και τους εχθρούς μας. Απαντώντας σ’ αυτό το ερώτημα, αρχικά αναφέρουμε ότι καθώς διαβάζουμε ή ακούμε το λόγο του Θεού, διαπιστώνουμε ότι υπάρχουν δυσνόητα εδάφια τα οποία δεν καταλαβαίνουμε άμεσα και υπάρχει κίνδυνος, αν τα δούμε ξέχωρα από την υπόλοιπη Αγία Γραφή, να πέσουμε σε πλάνη. Υπάρχουν περιπτώσεις που ο λόγος του Κυρίου ακούγεται σκληρός όπως π.χ. όταν ο Κύριος είπε στους μαθητές: ‘Όστις τρώγει την σάρκα μου και πίνει το αίμα μου, έχει ζωήν αιώνιον, και εγώ θέλω αναστήσει αυτόν εν τη εσχάτη ημέρα. Διότι η σαρξ μου αληθώς είναι τροφή, και το αίμα μου αληθώς είναι πόσις’, αυτό είχε σαν αποτέλεσμα ‘Πολλοί λοιπόν εκ των μαθητών αυτού ακούσαντες είπον, Σκληρός είναι ούτος ο λόγος∙ τις δύναται να ακούη αυτόν; … Έκτοτε πολλοί των μαθητών αυτού εστράφησαν εις τα οπίσω, και δεν περιεπάτουν πλέον μετ’ αυτού' (Ιωάννης, ς΄: 54,55,60,66).  Αν είμαστε ειλικρινείς και έχουμε εκτιμήσει σωστά το έργο του Κυρίου στη ζωή μας, δεν θα Τον εγκαταλείψουμε, αλλά θα Τον ρωτήσουμε δια της προσευχής και θα περιμένουμε απάντηση δια του Πνεύματος του Αγίου. Έτσι μπορούμε με παρρησία να πούμε ότι ο χριστιανός μίσος, με την έννοια της έχθρας και της εκδίκησης, δεν πρέπει να έχει για κανένα άνθρωπο.  Αυτό που πρέπει να μισεί είναι η αμαρτία, σύμφωνα με το γεγραμμένο: ‘Σεις όμως, αγαπητοί, εποικοδομούντες εαυτούς επί την αγιωτάτην πίστιν σας, προσευχόμενοι εν Πνεύματι Αγίω,   φυλάξατε εαυτούς εις την αγάπην του Θεού, προσμένοντες το έλεος του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού εις ζωήν αιώνιον.  Και άλλους μεν ελεείτε, κάμνοντες διάκρισιν, άλλους δε σώζετε μετά φόβου, αρπάζοντες αυτούς εκ του πυρός, μισούντες και τον χιτώνα τον μεμολυσμένον από της σαρκός’ (Ιούδα, α΄: 20-23).

Ο ίδιος ο Κύριος διευκρινίζει λέγοντας:'Όστις αγαπά πατέρα ή μητέρα υπέρ εμέ, δεν είναι άξιος εμού∙ και όστις αγαπά υιόν ή θυγατέρα υπέρ εμέ, δεν είναι άξιος εμού'. Άρα αυτό που θέλει ο Κύριος, πρώτα απ’ όλους και απ’ όλα να έχουμε Αυτόν στη πρώτη θέση της καρδιάς μας. Βέβαια πριν γνωρίσουμε τον Ιησού Χριστό σαν προσωπικό μας Σωτήρα, με την αμαρτωλή ζωή που κάναμε ήμασταν μακριά από τον Θεό, ενώ τώρα που Τον γνωρίσαμε, είναι εφικτό, με τη βοήθεια του Πνεύματος του Αγίου, να εκτελέσουμε τις δυο πρώτες εντολές του Θεού στη ζωή μας: ‘Θέλεις αγαπά Κύριον τον Θεόν σου εξ όλης της καρδίας σου και εξ όλης της ψυχής σου και εξ όλης της διανοίας σου.  Αύτη είναι πρώτη και μεγάλη εντολή. Δευτέρα δε ομοία αυτής Θέλεις αγαπά τον πλησίον σου ως σεαυτόν. Εν ταύταις ταις δύο εντολαίς όλος ο νόμος και οι προφήται κρέμανται’. (Ματθαίος, κβ΄:37-40). Δεν μισεί ο Κύριος τους συγγενείς μας, αντιθέτως τους αγαπά, αλλά αν αυτοί δεν έχουν γνωρίσει τον Κύριο σαν προσωπικό τους Σωτήρα και ζητάνε από μας να κάνουμε πράγματα αντίθετα με το θέλημα του Θεού, δεν πρέπει να υπακούμε.

Συνοψίζοντας αναφέρουμε, πως το να ακολουθήσει κάποιος τον Ιησού Χριστό και να διατηρήσει την πίστη σ’ Αυτόν, καθαρή μέχρι τέλους, δεν είναι εύκολη υπόθεση. Απαιτείται εκ μέρους του πιστού, απάρνηση εαυτού και υπαρχόντων και καθημερινό βάδισμα στα ίχνη του Κυρίου. Αυτό σημαίνει βάδισμα με πυξίδα το Ευαγγέλιο του Χριστού και με την οδηγία του Αγίου Πνεύματος. Να έχουμε επί πλέον υπόψη πως ‘θεμέλιον άλλο ουδείς δύναται να θέση παρά το τεθέν, το οποίον είναι ο Ιησούς Χριστός.  Εάν δε τις εποικοδομή επί το θεμέλιον τούτο χρυσόν, άργυρον, λίθους τιμίους, ξύλα, χόρτον, καλάμην εκάστου το έργον θέλει φανερωθή διότι η ημέρα θέλει φανερώσει αυτό, επειδή διά πυρός ανακαλύπτεται  και το πυρ θέλει δοκιμάσει το έργον εκάστου οποίον είναι’, έτσι ώστε να κάνουμε σωστό προϋπολογισμό δαπάνης της πνευματικής μας οικοδομής (Α΄ Κορινθίους, γ΄:11-13). Αμήν!

 

 

«Πλησίον σου είναι ο λόγος, εν τω στόματί σου, και εν τη καρδία σου∙ τουτέστιν ο λόγος της πίστεως τον οποίον κηρύττομεν∙ ότι εάν ομολογήσης δια του στόματός σου τον Κύριον Ιησούν, και πιστεύσης εν τη καρδία σου ότι ο Θεός ανέστησεν αυτόν εκ νεκρών, θέλης σωθή∙» (Ρωμαίους, ι΄: 8-10)

Στις μέρες μας, το ευαγγέλιο του Ιησού Χριστού κηρύττεται   σχεδόν σε όλα τα έθνη. Άλλωστε αυτό το  προείπε ο ίδιος ο Κύριος Ιησούς: «Και θέλη κηρυχθή τούτο το ευαγγέλιον της σωτηρίας εν όλη τη οικουμένη προς μαρτυρίαν εις πάντα τα έθνη, και τότε θέλει ελθεί το τέλος» (Ματθαίος, κδ΄:14). Είναι συνεπώς φανερή η εκπλήρωση αυτής της προφητείας σήμερα, αφού η διάδοση και η μετάδοση του ευαγγελίου της σωτηρίας γίνεται με ταχύτατους ρυθμούς είτε με τον άμεσο προσωπικό ευαγγελισμό των ανθρώπων  που συνοδεύεται κατά κανόνα με διανομή της Καινής Διαθήκης, είτε με τα ΜΜΕ και το διαδίκτυο στις περισσότερες χώρες του πλανήτη.

Στο βιβλίο της Γένεσης διαβάζουμε ότι ο Κύριος ο Θεός έκλεξε τον Αβραάμ από την Ουρ των Χαλδαίων και του υποσχέθηκε πως θα τον οδηγήσει στη γη της επαγγελίας, ότι θα τον κάνει μεγάλο έθνος και ότι απ’ αυτόν θα ευλογηθούν όλες οι φυλές της Γης (Γένεση, ιβ΄:1-8, ιγ΄:14-17, ιε΄: 1-6, ιζ΄:1-8). Ο Αβραάμ  πίστεψε στην επαγγελία (υπόσχεση)  που του έδωσε ο Κύριος, ο δε Κύριος ο Θεός εκτίμησε πολύ αυτή την πίστη του Αβραάμ και παρ’ όλο που τον δοκίμασε σκληρά, εκπλήρωσε σ’ αυτόν το αρχικό σκέλος της επαγγελίας, δίνοντας του στα εκατό του χρόνια, παιδί από την ενενηντάχρονη γυναίκα του Σάρα, γεγονός ανθρωπίνως αδύνατο να συμβεί.

Στη συνέχεια βλέπουμε, ο Θεός να  εκπληρώνει  το σκέλος της  υπόσχεσης που έδωσε στον Αβραάμ, που αφορούσε την κληρονομία της Γης της επαγγελίας στο σπέρμα του, δηλαδή τον λαό Ισραήλ,  που  ο ίδιος ο Θεός απελευθέρωσε με δυναμικές ενέργειες από τη δουλεία του Φαραώ. Βέβαια, όπως έγινε και στον Αβραάμ, η εκπλήρωση κάθε επαγγελίας του Θεού σε κάθε άνθρωπο, προϋποθέτει την πίστη του ανθρώπου σ’ αυτή.  Ο  Κύριος ναι μεν τους υποσχέθηκε ότι θα τους πήγαινε στη γη της επαγγελίας, όμως πάρα πολλοί άνθρωποι από τον λαό που βγήκε από την Αίγυπτο δεν πίστεψαν στην υπόσχεση του Κυρίου με αποτέλεσμα να πεθάνουν στην έρημο,  χωρίς να φτάσουν ποτέ στη γη της επαγγελίας, καθώς είναι γραμμένο, «δεν ωφέλησεν εκείνους ο λόγος τον οποίον ήκουσαν, επειδή δεν ήτο εις τους ακούσαντας ηνωμένος με την πίστιν» (Εβραίους,δ΄:2).

Σήμερα εκπληρώνεται το σκέλος της επαγγελίας που έδωσε ο Θεός στον Αβραάμ , όπου αναφέρεται: «και θέλουσιν ευλογηθή εν σοι πάσαι αι φυλαί της γης», δηλαδή αφορά την ευλογία όλων των ανθρώπων της Γης. Αυτή η ευλογία λαμβάνει χώρα εδώ και δύο χιλιάδες χρόνια περίπου και είναι αποτέλεσμα του λυτρωτικού έργου του Κυρίου Ιησού Χριστού του Υιού του Θεού, του οποίου η ανθρώπινη φύση είναι καρπός του σπέρματος του Αβραάμ.

Ο ουράνιος Πατέρας τόσο πολύ αγάπησε τον κόσμο ώστε έστειλε τον μονογενή Του Υιό για να μην χαθεί κανένας που θα πιστέψει στον Ιησού Χριστό και θα Τον επικαλεστεί για τον σώσει  (Ιωάννης,γ΄:16). Βέβαια για να πιστέψει κάποιος στον Ιησού Χριστό και στη συνέχεια να Τον επικαλεσθεί, πρέπει πρώτα αυτός να ακούσει για το σωτηριακό έργο που έκανε ο Ιησούς Χριστός, από κάποιον πιστό που ο Θεός θα αποστείλει να του μιλήσει. Διαβάζουμε σχετικά στην Καινή Διαθήκη:  «Πως λοιπόν θέλουσιν επικαλεσθή εκείνον, εις τον οποίον δεν επίστευσαν; και πως θέλουσι πιστεύσει εις εκείνον, περί του οποίου δεν ήκουσαν; και πως θέλουσιν ακούσει χωρίς να υπάρχη ο κηρύττων;  Και πως θέλουσι κηρύξει, εάν δεν αποσταλώσι; Καθώς είναι γεγραμμένον Πόσον ωραίοι οι πόδες των ευαγγελιζομένων ειρήνην, των ευαγγελιζομένων τα αγαθά Αλλά δεν υπήκουσαν πάντες εις το ευαγγέλιον. Διότι ο Ησαΐας λέγει Κύριε, τις επίστευσεν εις το κήρυγμα ημών;  Άρα η πίστις είναι εξ ακοής, η δε ακοή διά του λόγου του Θεού.»(Ρωμαίους, ι: 14-17).

Γι’ αυτό ο Κύριος Ιησούς, λίγο πριν αναληφθεί, παρήγγειλε στους αποστόλους Του λέγοντας: " ‘Εδόθη εις εμέ πάσα εξουσία εν ουρανώ και επί γης. Πορευθέντες λοιπόν μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αυτούς να φυλάττωσι πάντα όσα παρήγγειλα εις εσάς και ιδού, εγώ είμαι μεθ' υμών πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος. Αμήν" (Ματθαίος, κη΄:18-20).

Έτσι όταν ο άνθρωπός ακούσει ή διαβάσει για το λυτρωτικό έργο που έκανε ο Ιησούς Χριστός πάνω στο σταυρό του Γολγοθά και στη συνέχεια κάνει μια ειλικρινή προσευχή, τότε ο Κύριος μπορεί να τον βεβαιώσει για την αγάπη Του σ’ αυτόν, δεχόμενος τη μετάνοιά του και συγχωρώντας τις αμαρτίες του. Στη συνέχεια ο κάθε ειλικρινής πιστός που εκτιμάει το έργο του Κυρίου στη ζωή του πρέπει με πραότητα και φόβο να ομολογεί τον Ιησού Χριστό με λόγια και έργα στους συνανθρώπους του. Γι’ αυτό και πριν από το βάπτισμα, το οποίο ‘σώζει και ημάς την σήμερον’ (Μάρκος, ιε΄: 16 και Α΄ Πέτρου, γ΄: 21), προηγείται η ομολογία πίστης στον Ιησού Χριστό του ίδιου του βαπτιζόμενου.  Γενικά σε όλη  την πορεία της ζωής κάθε χριστιανού ο Κύριος μπορεί να φανερώνει το συνεχές ενδιαφέρον Του, κάνοντας αισθητή την παρουσία Του, με το να δίνει σ’ αυτόν τον καρπό του Αγίου Πνεύματος, ενεργώντας θαύματα στη ζωή του και δίνοντας δύναμη να υπομένει τις δοκιμασίες  αλλά και λύσεις στα προβλήματα που αντιμετωπίζει.

Ο Πατέρας Θεός, θέλει κάθε πιστό παιδί του να το μάθει να Τον εμπιστεύεται και να κάνει το άγιο θέλημά Του. Το θέλημα του Θεού βρίσκεται στη Καινή Διαθήκη. Ο Κύριος Ιησούς επειδή μας αγαπάει μας εφιστά την προσοχή στο ότι για να μπούμε στη Βασιλεία των Ουρανών και για να είμαστε αιώνια κοντά Του, πρέπει  αφού Τον γνωρίσουμε σαν προσωπικό μας Σωτήρα, να κάνουμε το θέλημά Του: «Δεν θέλει εισέλθει εις την βασιλείαν των ουρανών πας ο λέγων προς εμέ, Κύριε, Κύριε∙ αλλ’ ο πράττων το θέλημα του Πατρός μου του εν τοις ουρανοίς» (Ματθαίος, ζ΄: 21).

Ο λόγος του Θεού είναι θαυμαστός γιατί αλλάζει τον χαρακτήρα του πιστού ανθρώπου έτσι ώστε μοιάζει στο χαρακτήρα του Χριστού. Η αρχική και κεντρική διδασκαλία του λόγου του Θεού είναι η πίστη στον Ιησού Χριστό, ότι είναι ο αναστημένος Υιός του Θεού και μοναδικός Σωτήρας του κόσμου. Αυτή η πίστη κάνει τον Πατέρα Θεό να αναγεννήσει πνευματικά τον πιστό άνθρωπο:

«Πας όστις πιστεύει ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός, εκ του Θεού εγεννήθη, και πας όστις αγαπά τον γεννήσαντα αγαπά και τον γεννηθέντα εξ αυτού.» (Α΄ Ιωάννου, ε΄:1).

«επειδή ανεγεννήθητε ουχί εκ φθαρτού σπέρματος, αλλά αφθάρτου, δια του λόγου του Θεού του ζώντος και μένοντος εις τον αιώνα»(Πέτρου Α΄, α΄:23).

Βέβαια αφού ο άνθρωπος αναγεννηθεί πρέπει να προσέξει πολύ ώστε ο Χριστός να μη αποβληθεί από μέσα του αλλά να μορφωθεί σε άνδρα τέλειο. Γι’ αυτό ο λόγος του Θεού παρομοιάζεται σαν το λογικό και άδολο γάλα που είναι απαραίτητο για την πνευματική αύξηση του νέου πιστού:                     "Απορρίψαντες λοιπόν πάσαν κακίαν και πάντα δόλον και υποκρίσεις και φθόνους και πάσας καταλαλιάς,  επιποθήσατε ως νεογέννητα βρέφη το λογικόν άδολον γάλα, διά να αυξηθήτε δι' αυτού,  επειδή εγεύθητε ότι αγαθός ο Κύριος"(Α΄Πέτρου, β΄:1-3).

Ο λόγος του Θεού είναι η αλήθεια: «Αγίασον αυτούς εν τη αληθεία σου∙ ο λόγος ο ιδικός σου είναι αλήθεια»(Ιωάννης,ιζ΄:17).

Ο λόγος του Θεού είναι ένα πολύτιμο όπλο του Αγίου Πνεύματος: «και λάβετε την περικεφαλαίαν της σωτηρίας, και την μάχαιραν του Πνεύματος, ήτις είναι ο λόγος του Θεού» (Εφεσίους,ς΄:17).  Ο Κύριος Ιησούς χρησιμοποίησε τον γεγραμμένο  λόγο του Θεού για να αντιμετωπίσει τον διάβολο, όταν τον πείραζε στην έρημο για 40 μέρες. Έτσι  έδωσε  παράδειγμα σε εμάς για το πώς να αντιμετωπίσουμε τα διανοήματα του πονηρού, τα επικίνδυνα βέλη του που έρχονται στο νου μας και πώς να χρησιμοποιούμε σωστά την ασπίδα της πίστης (Εφεσίους,ς΄:16).  Εδώ πρέπει να αναφέρουμε  ότι ο πονηρός και τα όργανά του, αγωνίζονται συνεχώς να διαστρεβλώσουν το λόγο του Θεού, γι’ αυτό δικαιολογημένα ο πονηρός ονομάζεται ‘διάβολος’ και χαρακτηρίζεται σαν  ‘ο πλανών την οικουμένη όλη’.  Αυτό προσπάθησε να κάνει και στον Κύριο όταν του είπε να πέσει από το πτερύγιο του ναού, λέγοντας Του : ‘Εάν ήσαι Υιός του Θεού, ρίψον σεαυτόν κάτω διότι είναι γεγραμμένον, Ότι θέλει προστάξει εις τους αγγέλους αυτού περί σου, και θέλουσι σε σηκώνει επί των χειρών αυτών, διά να μη προσκόψης προς λίθον τον πόδα σου’, ο Κύριος όμως σωστά του απάντησε: ‘Πάλιν είναι γεγραμμένον, δεν θέλεις πειράσει Κύριον τον Θεόν σου’.

Τα ζητούμενο συνεπώς για κάθε πιστό, είναι η ορθοτόμηση και η ορθοπόδηση του λόγου του Κυρίου. Γι’ αυτό ο Κύριος προσθέτει στην εκκλησία Του τους σωσμένους, η οποία είναι ‘ο στύλος και το εδραίωμα της αλήθειας’, την οποία στελεχώνει θέτοντας  ‘άλλους μεν αποστόλους, άλλους δε προφήτας, άλλους δε ευαγγελιστάς, άλλους δε ποιμένας και διδασκάλους,  προς την τελειοποίησιν των αγίων, διά το έργον της διακονίας, διά την οικοδομήν του σώματος του Χριστού, εωσού καταντήσωμεν πάντες εις την ενότητα της πίστεως και της επιγνώσεως του Υιού του Θεού, εις άνδρα τέλειον, εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού’(Εφεσίους, δ΄: 11-13)

Έτσι  ο άνθρωπος  που έχει πιστέψει στον Ιησού Χριστό, έχει σαν πυξίδα τον γραμμένο  λόγο του Θεού έτσι όπως  αυτός αποκαλύπτεται στην Καινή Διαθήκη. Όταν ο λόγος του Θεού ενώνεται με την πίστη του ανθρώπου τότε λογίζεται γι’ αυτόν σε δικαιοσύνη και αυτή είναι η πίστη που σώζει και στη συνέχεια κατευθύνει τον πιστό να γίνει ζηλωτής καλών έργων. Ευθύνη κάθε πιστού  είναι να κατοικεί πλούσια μέσα του ο λόγος του Θεού  ώστε να μπορεί το Άγιο Πνεύμα να τον οδηγεί ‘εις πάσαν την αλήθειαν’.

Να έχουμε πάντα υπόψη:

"Πας ο πιστεύων επ’ αυτόν, δεν θέλει καταισχυνθή" (Ρωμαίους,ι΄:6,8-11) και ότι ‘Χωρίς δε πίστεως αδύνατον είναι να ευαρεστήση τις εις αυτόν∙ διότι ο προσερχόμενος εις τον Θεόν, πρέπει να πιστεύση, ότι είναι, και γίνεται μισθαποδότης εις τους εκζητούντας αυτόν’ (Εβραίους, ια΄:6). Οπότε η πίστη στον Χριστό είναι ουσιαστική παρηγοριά στην ψυχή  κάθε πιστού, μιας και όποιος πιστεύει σ’ Αυτόν δεν θα ντροπιαστεί. Ας τολμήσουμε λοιπόν, αν δεν έχουμε κάνει, να κάνουμε ένα βήμα πίστης στον Χριστό και στο Ευαγγέλιό Του  και τότε θα μπορέσουμε να διαπιστώσουμε προσωπικά, αν ο Θεός απαντάει στα αιτήματά μας και αν είναι πράγματι  δίκαιος μισθαποδότης σ’ αυτούς που τον εκζητούν. Αμήν!

 

 
Περισσότερα Άρθρα...

Άξιος είσαι, Κύριε, να λάβης την δόξαν και την τιμήν και την δύναμιν, διότι συ έκτισας τα πάντα, και διά το θέλημά σου υπάρχουσι και εκτίσθησαν. (Αποκάλυψις Ιωάννου δ' 11)

Χριστιανισμός Live

Δημοσκόπηση

Τί πιστεύετε ότι ήταν ο Ιησούς Χριστός;
 
mod_vvisit_counterΣήμερα1152
mod_vvisit_counterΕχτές2873
mod_vvisit_counterΑυτή την βδομάδα27606
mod_vvisit_counterΤην προηγούμενη εβδομάδα30352
mod_vvisit_counterΑυτό τον μήνα10036
mod_vvisit_counterΤον προηγούμενο μήνα122518
mod_vvisit_counterΟλές τις ημέρες4165884

We have: 5 guests online
Η IP: 3.145.112.91
Mozilla 5.0, 
Σήμερα : Ιαν 04, 2025