Μενού

Φόρμα Σύνδεσης



Ποιές πιστεύετε ότι είναι οι πηγές της αλήθειας;

Ποιές πιστεύετε ότι είναι οι πηγές της αλήθειας;
 
Αρχική σελίδα
  • An Image Slideshow
  • An Image Slideshow
  • An Image Slideshow
  • An Image Slideshow
  • An Image Slideshow
  • An Image Slideshow

«Πας λοιπόν όστις με ομολογήση έμπροσθεν των ανθρώπων, θέλω ομολογήσει και εγώ αυτόν έμπροσθεν του Πατρός μου του εν τοις ουρανοίς. Όστις δε με αρνηθή έμπροσθεν των ανθρώπων, θέλω αρνηθή αυτόν και εγώ έμπροσθεν του Πατρός μου του εν ουρανοίς» (Ματθαίος, ι΄: 32-33)

Ο Πατέρας Θεός ευδόκησε να φέρει στο κόσμο τον Υιό του τον μονογενή, τον άνθρωπο Ιησού Χριστό, ο οποίος είναι ο Λόγος Θεός που  ενανθρωπίστηκε όταν ήρθε το πλήρωμα του χρόνου, λαμβάνοντας δούλου μορφή (Ιωάννης, α΄:1,14). Ο Κύριος Ιησούς ήρθε με ένα σκοπό, να κηρύξει  το ευαγγέλιο της σωτηρίας, να πειρασθεί όμοια με μας αλλά χωρίς να πέσει σε αμαρτία, έτσι ώστε να πληρώσει για τις αμαρτίες όλων των ανθρώπων με τη θυσία Του στο σταυρό του Γολγοθά και να αναστηθεί, σαν αναμάρτητος, για να δικαιώσει κάθε άνθρωπο που θα πιστέψει σ’ Αυτόν και θα Τον επικαλεστεί. Ο Κύριος θέλει να κερδίσει την αγάπη του ανθρώπου με την αγάπη Του. Θέλει ο άνθρωπος να καταλάβει πως ο Πατέρας Θεός δεν απέστειλε τον Υιόν Αυτού για να κρίνει τον κόσμο, αλλά για να σωθεί ο κόσμος δι’ Αυτού (Ιωάννης,γ΄:17). Δεν είναι Θεός που μισεί τον άνθρωπο, αλλά μισεί την αμαρτία, η οποία είναι εμπόδιο για την είσοδο του ανθρώπου στη Βασιλεία των Ουρανών. Ο Ιησούς Χριστός καλεί κάθε άνθρωπο από οποιαδήποτε φυλή, γλώσσα, έθνος, λαό, λέγοντας: «Έλθετε προς με, πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι, και εγώ θέλω σας αναπαύσει. Άρατε τον ζυγόν μου εφ’υμάς, και μάθετε απ’εμού∙ διότι πράος είμαι και ταπεινός την καρδίαν∙ και θέλετε ευρεί ανάπαυσιν εν ταις ψυχαίς υμών. Διότι ο ζυγός μου είναι καλός, και το φορτίον μου ελαφρόν» (Ματθαίος, ια΄:28-30).

Βλέπουμε λοιπόν ότι ο Κύριος θέλει να αναπαύσει τις ψυχές όσων έλθουν σ’ Αυτόν και να τους δώσει ένα καλό ζυγό και ελαφρύ φορτίο. Σχετικά με το φορτίο και το ζυγό του χριστιανού ο Κύριος αναφέρει: « Εάν τις θέλη να έλθη οπίσω μου, ας απαρνηθή εαυτόν και ας σηκώση τον σταυρόν αυτού καθ’ημέραν, και ας με ακολουθή. Διότι όστις θέλει να σώση την ζωήν αυτού, θέλει απολέσει αυτήν∙ και όστις απολέση την ζωήν αυτού ένεκεν εμού, ούτος θέλει σώσει αυτήν» (Λουκάς, θ΄:23-24). Απάρνηση εαυτού σημαίνει να μην κάνω του κεφαλιού μου αλλά να έχω οδηγό μου το λόγο του Θεού. Ακολουθώ τον Κύριο σημαίνει να έχω τον Κύριο να προπορεύεται σε κάθε ενέργεια στη ζωή μου. Το να σηκώνω κάθε μέρα το σταυρό που μου δίνει ο Κύριος σημαίνει να υπομένω κάθε μέρα την παιδεία, τις δοκιμασίες και τις θλίψεις που Αυτός επιτρέπει στη ζωή μου. ‘Χάνω’ τη ζωή μου εξαιτίας του Κυρίου Ιησού σημαίνει ότι απαρνούμαι το κοσμικό και σαρκικό φρόνημα – το οποίο οδηγεί στον αιώνιο θάνατο – και ακολουθώ το φρόνημα του Θεού, που είναι ζωή και ειρήνη.

Έτσι λοιπόν ο Κύριος θέλει να σηκώσουμε ένα απαλό φορτίο που Αυτός θα μας δώσει, βέβαια με τη δική Του βοήθεια, μιας και όπως ο ίδιος είπε             ‘Ο μένων εν εμοί και εγώ εν αυτώ, ούτος φέρει καρπόν πολύν, διότι χωρίς εμού δεν δύνασθε να κάμητε ουδέν’ (Ιωάννης, ιε΄:5).

Μέρος του φορτίου που περιλαμβάνεται στο σταυρό του χριστιανού είναι η ομολογία. Αυτό διότι ενώ η ομολογία αποτελεί την απλή φανέρωση από τον χριστιανό στους συνανθρώπους του, των ενεργειών του Θεού στη ζωή του,  με λόγια και έργα, συνήθως συνοδεύεται από αντιδράσεις κυρίως των οικείων του προσώπων. Αυτό συμβαίνει διότι όταν έρχεται ο Χριστός στη ζωή ενός ανθρώπου, μπαίνει ένα «χώρισμα» λόγω διαφορετικών φρονημάτων που υπάρχουν μεταξύ αυτού και των μελών της οικογενείας του, που δεν έχουν γνωρίσει ακόμα τον Κύριο σαν προσωπικό τους σωτήρα. Ο Κύριος αμέσως μετά την αναφορά Του  στην ομολογία του πιστού (αρχή άρθρου), μας λέει σχετικά : «Μη νομίσητε ότι ήλθον να βάλω ειρήνην επί την γήν∙ δεν ήλθον να βάλω ειρήνην, αλλά μάχαιραν. Διότι ήλθον να διαχωρίσω άνθρωπον κατά του πατρός αυτού, και θυγατέρα κατά της μητρός αυτής, και νύμφην κατά της πενθεράς αυτής. Και εχθροί του ανθρώπου θέλουσιν είσθαι οι οικιακοί αυτού. Όστις αγαπά πατέρα ή μητέρα υπέρ εμέ, δεν είναι άξιος εμού∙ και όστις αγαπά υιόν ή θυγατέρα υπέρ εμέ, δεν είναι άξιος εμού∙ και όστις δεν λαμβάνει τον σταυρόν αυτού και ακολουθεί οπίσω μου, δεν είναι άξιος εμού. Όστις εύρη την ζωήν αυτού θέλει απολέσει αυτήν, και όστις απολέση την ζωήν αυτού δι' εμέ θέλει ευρεί αυτήν.» (Ματθαίος, ι΄:34-37).

Βέβαια αυτή η ‘μάχαιρα’ που ο Κύριος βάζει, από τη μια συντελεί στην αύξηση του χριστιανού στην αγάπη, εφόσον βέβαια αυτός υπομένει την παιδεία που ο Θεός επιτρέπει  και από την άλλη εργάζεται έργο καλό στις καρδιές των οικείων που αντιδρούν, εφόσον βέβαια αυτοί έχουν την διάθεση να διαπιστώσουν αν η ομολογία του οικείου τους είναι αποτέλεσμα της ενέργειας του Θεού στη ζωή του ή ανθρώπινης πλάνης.

Σε κάθε περίπτωση η ομολογία με λόγια του χριστιανού πρέπει να συνοδεύεται με το σωστό πνευματικό του περπάτημα στη καθημερινή ζωή. Αυτό σημαίνει ότι φροντίζει να τρέφεται καθημερινά με τον λόγο του Θεού, προσπαθεί να  πληρώνεται με Άγιο Πνεύμα ώστε να κρατάει τις εντολές του Θεού στην καρδιά του και να τις κάνει πράξη στη ζωή του και προσέχει να περπατάει ακριβώς στο θέλημα του Κυρίου.

Ομολογεί Χριστό ένας χριστιανός όταν συγχωρεί τον εχθρό του και κάνει έργα αγαθά: «Εάν λοιπόν πεινά ο εχθρός σου, τρέφε αυτόν∙ εάν διψά, πότιζε αυτόν∙ διότι πράττων τούτο, θέλεις σωρεύσει άνθρακας πυρός επί την κεφαλήν αυτού. Μη νικάσαι υπό του κακού, αλλά νίκα δια του αγαθού το κακό» (Ρωμαίους, ιβ΄:20-21).

Μια χριστιανή γυναίκα ομολογεί θεοσέβεια ‘άνευ λόγου’ με τη σωστή συμπεριφορά της και το σεμνό ντύσιμό της: «Ωσαύτως και αι γυναίκες με στολήν σεμνήν, με αιδώ και σωφροσύνην να στολίζωσι εαυτάς, ουχί με πλέγματα,ή χρυσόν,ή μαργαρίτας,ή ενδυμασίαν πολυτελή∙αλλά το οποίον πρέπει εις γυναίκας επαγγελομένας θεοσέβειαν, με έργα αγαθά» (Α΄Τιμόθεον,β΄:9-10).                                       «Ομοίως αι γυναίκες, υποτάσσεσθε εις τους άνδρας υμών, ίνα και εάν τινές απειθώσιν εις τον λόγον, κερδηθώσιν άνευ του λόγου διά της διαγωγής των γυναικών, αφού ίδωσι την μετά φόβου καθαράν διαγωγήν σας»(Α΄Πέτρου,γ΄:1,2).

Τέλος αναφέρουμε ότι είτε όταν ομολογούμε σε κάποιον τις ενέργειες του Κυρίου στη ζωή μας με δική μας πρωτοβουλία, είτε όταν μας ζητάει κάποιος να του μιλήσουμε για την ελπίδα που έχει δώσει ο Κύριος στη ζωή μας, θα πρέπει να μιλάμε με πραότητα και φόβο Θεού αποβλέποντας στην οικοδομή του συνανθρώπου μας  και όχι με υπεροψία και με κύριο κίνητρο το προσωπικό μας όφελος  (Α΄ Πέτρου, γ΄:15).

Συνοψίζοντας λένε ότι η ομολογία όσων γνωρίσαμε τον Χριστό σαν προσωπικό μας σωτήρα γίνεται μεν δια του στόματος μας σύμφωνα με το γεγραμμένο ‘εάν ομολογήσης δια του στόματός σου τον Κύριον Ιησούν, και πιστεύσης εν τη καρδία σου ότι ο Θεός ανέστησεν αυτόν εκ νεκρών, θέλεις σωθή’ (Ρωμαίους, ι΄:9), αλλά είναι ευάρεστη στο Θεό όταν είμαστε στο θέλημα του Θεού και προσπαθούμε να κάνουμε το λόγο Του πράξη στη ζωή μας. Αμήν!

 

 

«Ο Θεός, όστις έκαμε τον κόσμον και πάντα τα εν αυτώ, ούτος Κύριος ων του ουρανού και της γης, δεν κατοικεί εν χειροποιήτοις ναοίς, ουδέ λατρεύεται υπό χειρών ανθρώπων ως έχων χρείαν τινός, επειδή αυτός δίδει εις πάντας ζωήν και πνοήν και τα πάντα• και έκαμεν εξ ενός αίματος παν έθνος ανθρώπων, διά να κατοικώσιν εφ' όλου του προσώπου της γης, και διώρισε τους προδιατεταγμένους καιρούς και τα οροθέσια της κατοικίας αυτών, διά να ζητώσι τον Κύριον, ίσως δυνηθώσι να ψηλαφήσωσιν αυτόν και να εύρωσιν, αν και δεν είναι μακράν από ενός εκάστου ημών (Πράξεις, ιζ΄: 24-27)

«Μη μεριμνάτε περί μηδενός∙ αλλ’ εν παντί πράγματι ας γνωρίζονται τα ζητήματά σας προς τον Θεόν μετ’ ευχαριστίας διά της προσευχής και της δεήσεως. Και η ειρήνη του Θεού, η υπερέχουσα πάντα νούν, θέλει διαφυλάξει τας καρδίας σας και τα διανοήματά σας διά του Ιησού Χριστού» (Φιλιππησίους, δ΄: 6-7)

Ο Τριαδικός Θεός προς το τέλος της δημιουργίας του κόσμου, όταν ήταν να δημιουργήσει τον άνθρωπο είπε: «Ας κάμωμεν άνθρωπον κατ' εικόνα ημών, καθ' ομοίωσιν ημών» και στη συνέχεια ‘έπλασε Κύριος ο Θεός τον άνθρωπον από χώματος εκ της γης. και ενεφύσησεν εις τους μυκτήρας αυτού πνοήν ζωής, και έγεινεν ο άνθρωπος εις ψυχήν ζώσαν’ (Γένεση, α΄:26, β΄:7). Έτσι ο άνθρωπος έχει πνεύμα, δοσμένο από το Θεό, με το οποίο επικοινωνεί μ’ Αυτόν. Οι πρωτόπλαστοι είχαν άμεση επικοινωνία με το Θεό, μιας και άκουγαν τη φωνή Του και συνομιλούσαν μ’ Αυτόν.

Βέβαια ο Θεός έκανε τον άνθρωπο ελεύθερο και του έδωσε τη δυνατότητα να επιλέξει αν θέλει να εκτελέσει το θέλημά Του. Έτσι επέτρεψε στον διάβολο να παρέμβει και να πλανήσει την Εύα με τελικό αποτέλεσμα την είσοδο της αμαρτίας και του μισθού αυτής που είναι ο θάνατος, στη ζωή των πρωτοπλάστων. Άμεση συνέπεια της αμαρτίας ήταν η  εκδίωξη  των πρωτοπλάστων από τον παράδεισο και η διακοπή της καθημερινής επικοινωνίας τους με το Θεό.

Στη συνέχεια βλέπουμε τα δύο πρώτα παιδιά των πρωτοπλάστων, τον Κάιν και τον Άβελ, να έχουν κάποια επικοινωνία με τον Θεό και να του προσφέρουν  θυσία από τα προϊόντα που παρήγαγαν. Ο Θεός ανταποκρίθηκε θετικά μόνο στη θυσία του Άβελ και έλεγξε τον Κάιν που οργίστηκε, εξηγώντας του, ότι υπάρχει αμαρτία στη ζωή του. Δυστυχώς ο Κάιν αντί να μετανοήσει, σκότωσε τον αδελφό του.

Στις γενιές των ανθρώπων που ακολούθησαν βλέπουμε την αμαρτία να αυξάνει με αποτέλεσμα στη όγδοη γενιά μετά τον Αδάμ, οι μόνοι άνθρωποι που είχαν σωστή επικοινωνία με το Θεό και υπάκουαν στο θέλημά Του, ήταν ο Νώε, η γυναίκα του, τα τρία παιδιά του και οι  τρεις νύφες του. Ο Θεός για να μη διαφθαρούν και αυτοί, αναγκάστηκε να κάνει τον κατακλυσμό. Στις γενιές των ανθρώπων που γεννήθηκαν μετά τον κατακλυσμό και γενικά στα διάφορα έθνη που σχηματίστηκαν, βλέπουμε να επικρατεί η ειδωλολατρία αντί της λατρείας του αληθινού Θεού.

Βέβαια πάντα υπήρχαν ειλικρινείς άνθρωποι που είχαν επικοινωνία με τον αληθινό Θεό. Μέσα στην Αγία Γραφή διαβάζουμε σχετικά με πολλούς πιστούς ανθρώπους που προσεύχονταν στον Θεό και ο Κύριος τους απαντούσε και τους χρησιμοποιούσε στο έργο που είχε καθορίσει. Βλέπουμε τον ονομαζόμενο πατέρα της πίστης, τον Αβραάμ,  να υπακούει στην κλήση του Θεού και να πιστεύει στην επαγγελία που του έδωσε, ενώ δεν είχε ακόμη παιδί, ότι οι απόγονοί του θα είναι αναρίθμητοι σε πλήθος. Έτσι από τον Αβραάμ προήλθε ο λαός Ισραήλ,  που ήταν ο μόνος λαός που είχε, έστω κατά μέρος και κατά καιρούς, επικοινωνία με τον αληθινό Θεό. Γνωστοί άνδρες πίστεως από το λαό αυτό, όπως ο Μωυσής, ο Ιησούς του Ναυή, ο Σαμουήλ, ο Δαβίδ, ο Ησαΐας, ο Ιερεμίας, ο Δανιήλ και άλλοι, συνομιλούσαν με τον Θεό στην προσευχή τους και λάβαιναν οδηγίες τι να κάνουν  έτσι ώστε να διατηρείται στο λαό τους η επικοινωνία με τον αληθινό Θεό και ο εξ αυτής απορρέων αγιασμός.

Έτσι όταν ήρθε το πλήρωμα του χρόνου, μέσω της αγίας παρθένου Μαρίας, ενανθρωπίστηκε ο Υιός του Θεού Ιησούς Χριστός, ο οποίος πλήρωσε με το άγιο αίμα Του, πάνω στο σταυρό του Γολγοθά, για τις αμαρτίες όλων των ανθρώπων όλων των εθνών  και φυλών και αναστήθηκε για τη δικαίωσή τους. Συνεπώς από την ανάσταση του Κυρίου μέχρι σήμερα, η επικοινωνία του ανθρώπου με τον αληθινό Θεό έχει προϋπόθεση την αποδοχή εκ μέρους του πιστού αυτής της λυτρωτικής θυσίας, μιας και ο ίδιος ο Κύριος είπε: ‘Εγώ είμαι η οδός και η αλήθεια και η ζωή ουδείς έρχεται προς τον Πατέρα, ειμή δι' εμού’(Ιωάννης, ιδ΄:6). Όταν λοιπόν κάθε άνθρωπος δεχθεί τον έλεγχο του Αγίου Πνεύματος, μετανοήσει για τις αμαρτίες του και πιστέψει ότι ο Ιησούς Χριστός έχυσε το αίμα Του και για τις δικές του αμαρτίες, τότε θα Τον επικαλεστεί και ο Κύριος θα τον βεβαιώσει για την αλήθεια των γεγραμμένων, δίνοντας του συγχώρεση και ανάπαυση στη ψυχή του. Τότε ο Πατέρας Θεός αναγεννάει τον πιστό άνθρωπο σε ζωντανή ελπίδα και τον κάνει παιδί Του.

Από κει και πέρα το αναγεννημένο παιδί του Θεού, για να αυξάνεται πνευματικά, πρέπει να έχει καθημερινή επικοινωνία με το Πατέρα Θεό. Η προσευχή είναι το μέσο επικοινωνίας του ανθρώπου με τον Θεό. Διαβάζοντας τη Καινή Διαθήκη, παρατηρούμε ότι ο Κύριος Ιησούς Χριστός προσευχότανε αδιαλείπτως  και μάλιστα σύστηνε στους μαθητές του: «Προσέχετε, αγρυπνείτε και προσεύχεσθε∙ διότι δεν εξεύρετε πότε είναι ο καιρός» (Μάρκος, ιγ΄:33) και : «αγρυπνείτε και προσεύχεσθε, δια να μην εισέλθητε εις πειρασμόν∙ το μεν πνεύμα πρόθυμον, η δε σάρξ ασθενής» (Μάρκος, ιδ΄: 38). Ακόμα, διαβάζουμε τα λόγια της προσευχής του Κυρίου στο 17ο κεφάλαιο του Ευαγγελίου του Ιωάννη, ο οποίος προσευχότανε για τον εαυτό Του, τους μαθητές Του και αυτούς που θα σώζονταν από το κήρυγμα των μαθητών. Επίσης στην προς Εβραίους επιστολή διαβάζουμε σχετικά με τον Κύριο Ιησού: «Όστις εν ταις ημέραις της σαρκός αυτού, αφού μετά κραυγής δυνατής και δακρύων προσέφερε δεήσεις και ικεσίας προς τον δυνάμενον να σώζη αυτόν εκ του θανάτου, και εισηκούσθη διά την ευλάβειαν αυτού, καίτοι ων υιός, έμαθε την υπακοήν αφ’ όσον έπαθε. Και γενόμενος τέλειος κατεστάθη αίτιος σωτηρίας αιωνίου εις πάντας τους υπακούοντας εις αυτόν» (Εβραίους, ε΄:7-9). Ο Χριστός υπέφερε σαν άνθρωπος και πόνεσε και επειδή δοκιμάστηκε σαν άνθρωπος έδωσε ο ίδιος το παράδειγμα της προσευχής και της νηστείας, επειδή αυτά τα δυο είναι χρήσιμα  πνευματικά όπλα  του χριστιανού για να αντιμετωπίσει τις επιθέσεις του πονηρού στη ζωή του, σύμφωνα με το γεγραμμένο: «Τούτο δε το γένος δεν εξέρχεται, ειμή διά προσευχής και νηστείας» (Ματθαίος, ιζ΄:21).

Ο Κύριος μας διδάσκει πώς πρέπει να προσευχόμαστε ώστε να υπάρχει απάντηση, λέγοντας να μη προσευχόμαστε για να μας επαινούν οι άνθρωποι, να μην βαττολογούμε επειδή ο Θεός ξέρει τι έχουμε ανάγκη και μας σύστησε να λέμε τη προσευχή που είναι γνωστή σαν το «Πάτερ ημών». Βέβαια αυτή την προσευχή δεν είναι να τη λέμε τυπικά, αλλά να εννοούμε την ιεραρχία των αιτημάτων  που θέτει όπως και να μη λέμε ψέματα λέγοντας ‘συγχώρησον εις ημάς τας αμαρτίας ημών, καθώς και ημείς συγχωρούμεν εις τους αμαρτάνοντας εις ημάς’, διότι όπως ο Κύριος συμπληρώνει ‘εάν συγχωρήσητε εις τους ανθρώπους τα πταίσματα αυτών, θέλει συγχωρήσει και εις εσάς ο Πατήρ σας ο ουράνιος εάν όμως δεν συγχωρήσητε εις τους ανθρώπους τα πταίσματα αυτών, ουδέ ο Πατήρ σας θέλει συγχωρήσει τα πταίσματά σας’(Ματθαίος,ς΄:6-15). Επίσης, ο Θεός ευαρεστείται σε αυτόν που έχει συντετριμμένη καρδιά και ταπεινό πνεύμα (Ησαΐας, νζ΄:15), όπως επιπρόσθετα αναφέρεται και στη γνωστή παραβολή που είπε ο Κύριος, η περίπτωση του τελώνη  που ομολογούσε τα λάθη του, σε αντίθεση με την αυτοδικαίωση του Φαρισαίου (Λουκάς, ιη΄:9-14,.

Στην εκκλησιαστική ζωή, η προσευχή είναι ένα από τα τέσσερα πνευματικά στηρίγματα του χριστιανού και της εκκλησίας καθώς διαβάζουμε σχετικά την πρώτη αποστολική εκκλησία :«Και ενέμενον εν τη διδαχή των αποστόλων, και εν τη κοινωνία, και εν τη κλάσει του άρτου και εν ταις προσευχαίς» (Πράξεις, β΄:42). Τότε υπήρχε  συνεχής και ένθερμη προσευχή και κατά συνέπεια αγιασμός, με αποτέλεσμα ‘του πλήθους των πιστευσάντων η καρδία και η ψυχή ήτο μία’ και ο Κύριος ενεργούσε θαυμάσια  και έδινε  πλούσια  τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος (Πράξεις, δ΄:31-37).

Επί πλέον για την εποικοδομητική επικοινωνία του ανθρώπου με τον Θεό,  ο Κύριος δίνει και σήμερα δωρεάν την επαγγελία του Αγίου Πνεύματος, ‘στους  πιστεύοντας, αιτούντας και πειθαρχούντας. Το Άγιο Πνεύμα κάνει ένα θαυμαστό έργο στη προσευχή: «Ωσαύτως δε και το Πνεύμα συμμβοηθεί εις τας ασθενείας ημών∙ επειδή το τι να προσευχηθώμεν ως πρέπει, δεν εξεύρομεν, αλλ’ αυτό το Πνεύμα ικετεύει υπέρ ημών δια στεναγμών αλαλήτων. Ο δε ερευνών τας καρδίας εξεύρει τι είναι το φρόνημα του Πνεύματος, ότι κατά Θεόν ικετεύει υπέρ των αγίων» (Ρωμαίους, η΄:26-27).

Ολοκληρώνοντας λέμε ότι σήμερα στην οικονομία της χάριτος που ζούμε, εποικοδομητική επικοινωνία του ανθρώπου με το Θεό πραγματοποιείται μόνο με την επίκληση του ονόματος και της χάριτος του Ιησού Χριστού και κάτω από την οδηγία και διοίκηση του Άγιου Πνεύματος. Αμήν.

 
Περισσότερα Άρθρα...

Και το Πνεύμα και η νύμφη λέγουσιν· Ελθέ. Και όστις ακούει, ας είπη. Ελθέ. Και όστις διψά, ας έλθη, και όστις θέλει, ας λαμβάνη δωρεάν το ύδωρ της ζωής. (Αποκάλυψις Ιωάννου ιβ' 27)

Χριστιανισμός Live

Δημοσκόπηση

Τί πιστεύετε ότι ήταν ο Ιησούς Χριστός;
 
mod_vvisit_counterΣήμερα1237
mod_vvisit_counterΕχτές1598
mod_vvisit_counterΑυτή την βδομάδα20464
mod_vvisit_counterΤην προηγούμενη εβδομάδα16951
mod_vvisit_counterΑυτό τον μήνα72214
mod_vvisit_counterΤον προηγούμενο μήνα84277
mod_vvisit_counterΟλές τις ημέρες3315099

We have: 24 guests, 2 bots online
Η IP: 3.143.244.83
Mozilla 5.0, 
Σήμερα : Απρ 25, 2024