Μενού

Φόρμα Σύνδεσης



Ποιές πιστεύετε ότι είναι οι πηγές της αλήθειας;

Ποιές πιστεύετε ότι είναι οι πηγές της αλήθειας;
 
Αρχική σελίδα
  • An Image Slideshow
  • An Image Slideshow
  • An Image Slideshow
  • An Image Slideshow
  • An Image Slideshow
  • An Image Slideshow

 

«Διότι τόσον ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε έδωκε τον Υιόν αυτού τον μονογενή, δια να μη απολεσθή πας ο πιστεύων εις αυτόν, αλλά να έχη ζωήν αιώνιον» (Ιωάννης,γ΄:16).


Το παραπάνω εδάφιο είναι ένα από τα γνωστότερα του Ευαγγελίου και αποτελεί μέρος της συνομιλίας του Κυρίου Ιησού Χριστού με άρχοντα των Ιουδαίων, τον Φαρισαίο Νικόδημο, όταν αυτός πήγε μια νύχτα να μιλήσει μαζί Του. Αρχικά ο Νικόδημος είπε στον Κύριο: ‘Ραββί, εξεύρομεν ότι από Θεού ήλθες διδάσκαλος• διότι ουδείς δύναται να κάμνη τα σημεία ταύτα, τα οποία συ κάμνεις, εάν δεν ήναι ο Θεός μετ' αυτού’. Ο Κύριος του απάντησε: ‘Αληθώς, αληθώς σοι λέγω, εάν τις δεν γεννηθή άνωθεν, δεν δύναται να ίδη την βασιλείαν του Θεού’, ο δε Νικόδημος ρώτησε: ‘Πως δύναται άνθρωπος να γεννηθή γέρων ων; μήποτε δύναται να εισέλθη δευτέραν φοράν εις την κοιλίαν της μητρός αυτού και να γεννηθή;’. Ο Κύριος διευκρίνισε λέγοντας:Αληθώς, αληθώς σοι λέγω, εάν τις δεν γεννηθή εξ ύδατος και Πνεύματος, δεν δύναται να εισέλθη εις την βασιλείαν του Θεού. Το γεγεννημένον εκ της σαρκός είναι σαρξ και το γεγεννημένον εκ του Πνεύματος είναι πνεύμα…’ και ο Νικόδημος ξαναρώτησε: ‘Πως δύνανται να γείνωσι ταύτα;’. Ο Κύριος απάντησε και μεταξύ των άλλων είπε: ‘… καθώς ο Μωϋσής ύψωσε τον όφιν εν τη ερήμω, ούτω πρέπει να υψωθή ο Υιός του ανθρώπου, διά να μη απολεσθή πας ο πιστεύων εις αυτόν, αλλά να έχη ζωήν αιώνιον. Διότι τόσον ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε έδωκε τον Υιόν αυτού τον μονογενή..’(Ιωάννης, γ΄:14-16), παρομοιάζοντας τη σωτηρία του ανθρώπου μέσω της πίστης στον σταυρωμένο και αναστημένο Ιησού Χριστό,  με τη θεραπεία των δαγκωμένων από φίδια Ισραηλιτών, που ελάμβαναν όταν έβλεπαν στο χάλκινο φίδι το οποίο έκανε και ύψωσε πάνω σε ξύλο με εντολή Θεού, ο Μωυσής (Αριθμοί, κα΄: 8,9).

Συνεπώς δεν ήρθε να κρίνει τον κόσμο ο Κύριος, αλλά να τον σώσει. Ήρθε να ζήσει μια ζωή αγία ευεργετώντας όλους τους καταδυναστευμένους  από τον διάβολο, να κηρύξει το ευαγγέλιο  της Βασιλείας του Θεού και να πληρώσει σαν αναμάρτητος που ήταν, για  τις αμαρτίες όλων  των ανθρώπων, με τη θυσία Του πάνω στο σταυρό του Γολγοθά.  Βέβαια ο Κύριος σεβόμενος την ελευθερία κάθε ανθρώπου, μόνο όσους πιστεύουν σ’ Αυτόν και τον επικαλούνται στη ζωή τους, τους καθαρίζει με το άγιο αίμα της θυσίας Του. Αυτούς ο Πατέρας Θεός τους αναγεννάει δια του λόγου Του (Α΄ Πέτρου, α΄:23) και δια του Αγίου Πνεύματος και τους κάνει παιδιά Του. Δηλαδή μορφώνει ένα νέο πνεύμα στη ψυχή του πιστού ανθρώπου σύμφωνα με τον δικό Του χαρακτήρα, που μπορεί να νικά πάθη, κακές επιθυμίες και γενικά τα διάφορα έργα της σαρκός που κυριεύουν τον άνθρωπο και να ζει μια νέα ζωή  με κύριο γνώρισμα, τον καρπό του Αγίου Πνεύματος (Γαλάτες, ε΄:19-26).

Ένα χαρακτηριστικό γραφικό παράδειγμα αναγέννησης είναι αυτό του αποστόλου Παύλου. Ο απόστολος Παύλος πριν γνωρίσει τον Χριστό, ήταν  διώκτης των ανθρώπων του Θεού, των χριστιανών, χάριν της θρησκείας του και του φανατισμού που αυτή του είχε επιβάλλει. Ο θρησκευτικός φανατισμός δεν αφήνει περιθώρια στον άνθρωπο να καταλάβει ποιο είναι το θέλημα του Θεού, παρά αισθάνεται ότι πρέπει να προστατεύει τα ήθη και έθιμα της θρησκείας του, βλέποντας τους άλλους σαν αιρετικούς. Έτσι αντιμετώπιζε ο απόστολος Παύλος τους μαθητές του Κυρίου Ιησού. Όμως όταν ήρθε ο Κύριος στη ζωή του και τον αναγέννησε, τότε κατάλαβε το λάθος του, και έγινε και αυτός μαθητής και στη συνέχεια ο Κύριος τον έκανε απόστολο των εθνών, με πολύ μεγάλο έργο και καρπό.

Είναι λοιπόν φανερό ότι με την αναγέννηση, ο Πατέρας Θεός ανοίγει τα πνευματικά μάτια του ανθρώπου και τότε βλέπει διαφορετικά την καθημερινότητα. Ο σκοπός της ζωής αλλάζει και πρωταρχική επιδίωξη του αναγεννημένου ανθρώπου είναι να κάνει το θέλημα του Πατέρα Θεού. Σύμφωνα με αυτό θα πρέπει ο αναγεννημένος πιστός να ‘θάψει τον παλιό άνθρωπο’ βαπτιζόμενος στο νερό, να βαπτισθεί στο Άγιο Πνεύμα και να πληρώνεται σε όλη την επίγεια ζωή του με Αυτό, ώστε να αγωνιστεί επιτυχώς τον καλό αγώνα, να διατηρήσει τη πίστη μέχρι τέλους και να εισέλθει ένδοξα στην ουράνια Βασιλεία (Πράξεις, β΄:38,39).

Αυτό διότι υπάρχει ‘ο πλανών την οικουμένην όλην και κατήγορος των αδελφών ημών’, ο λεγόμενος διάβολος που μαζί με τους αγγέλους του, αγωνίζονται να πλανήσουν κάθε αναγεννημένο πιστό, ώστε να μολύνουν την πίστη του και να τον κάνουν πάλι δούλο της αμαρτίας. Γι’ αυτό κάθε παιδί του Θεού καλείται με τη νέα ζωή του, να δείξει ότι η αγάπη είναι αμφίδρομη. Δηλαδή πρώτα φανερώνεται η αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο με τη συγχώρηση των αμαρτιών του  και την αναγέννηση, αλλά στη συνέχεια, όπως είναι δίκαιο, ο ευεργετημένος άνθρωπος καλείται να δείξει και αυτός την αγάπη του  προς τον Θεό, φυλάσσοντας  τις εντολές Του (Ιωάννης,ιδ΄:15). Για να συμβαίνει αυτό θα πρέπει η αγάπη του ανθρώπου προς τον Θεό να κατέχει την πρώτη θέση στην καρδιά του. Αλλιώς θα δημιουργηθούν προβλήματα, με άσχημες επιπλοκές. Για παράδειγμα, αν κάποιος αγαπάει την οικογένειά του ή την δουλειά του, περισσότερο από τον Ιησού Χριστό, τότε θα αδιαφορήσει για τα πνευματικά, όπως οι καλεσμένοι της παραβολής του μεγάλου δείπνου, αδιαφόρησαν στην πρόσκληση του οικοδεσπότη εξαιτίας επαγγελματικών και οικογενειακών υποχρεώσεων (Λουκάς, ιδ:16-24).

Επίσης πρέπει να πούμε ότι η  αγάπη μας στον Κύριο δοκιμάζεται και από φόβους, που ναι μεν είναι βάσιμοι κατά τα ανθρώπινα δεδομένα αλλά όχι κατά Θεό.  Για παράδειγμα οι μαθητές δοκιμάστηκαν όταν προστέθηκε σε αυτούς ένας πρώην διώκτης, ο απόστολος Παύλος, γιατί δεν πίστευαν ότι είναι μαθητής και όλοι τον φοβόταν, μέχρι που ο Βαρνάβας τους ενημέρωσε  για το πώς ο Κύριος τον επισκέφθηκε και τον άλλαξε. Η αγάπη μας προς αυτούς που θα φέρει ο Ιησούς Χριστός στην εκκλησία Του, πρέπει να είναι ένθερμη και να μην απορρίπτουμε, ούτε να φοβόμαστε κανέναν. Στην εκκλησία του Χριστού χωράνε όλοι όσοι έχουν ειλικρινά μετανοήσει και πιστέψει στον Ιησού Χριστό, άσχετα με το παρελθόν τους. Ενεργώντας έτσι κάθε παιδί του Θεού, θα αποτελεί και αυτό μέσο φανέρωσης της αγάπης του Θεού, μιας και θα εκπληρώνει την αποστολή του σαν ‘φως του κόσμου’.

Τέλος αναφέρουμε ότι η αγάπη του Θεού φανερώνεται και με την απάντηση εκ μέρους Του σε αιτήματά μας, που είναι σύμφωνα με το θέλημά Του. Αφού ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός μας λέει: ‘αιτείτε και θα σας δοθεί’ (Ματθαίος, ζ΄:7), θα δώσει απάντηση ο ίδιος. Όταν ο άνθρωπος έρχεται σε αδυναμία στο να λάβει από μόνος του κάτι, τότε στρέφεται προς τον Θεό και στην αδυναμία του ανθρώπου η δύναμη του Θεού θα φανεί τέλεια, είτε με θετική είτε με αρνητική απάντηση στο αίτημά του ( Β΄ Κορινθίους, ιβ΄:7-10).

Συνοψίζοντας λέμε ότι η αγάπη του Θεού προς τον κόσμο, βασικά φανερώθηκε με την έλευση, το έργο, τη θυσία και την ανάσταση του Υιού Του Ιησού Χριστού και στη συνέχεια με την έλευση του Αγίου Πνεύματος. Μέσω αυτών, μπορεί κάθε άνθρωπος που πιστεύει, να γίνει κοινωνός θείας φύσεως με την αναγέννηση και τη βάπτιση στο Άγιο Πνεύμα και να λάβει και να εργάζεται τη σωτηρία της ψυχής του, εκτελώντας το θέλημα του Θεού στη ζωή του. Ο Κύριος υποσχέθηκε ότι εφόσον εξακολουθούμε να Τον ζητάμε, θα είναι μαζί μας σε όλο μας το βίο (Ματθαίος, κη΄:20). Γι’ αυτό μας προτρέπει λέγοντας: ‘Μείνατε εν εμοί, και εγώ εν υμίν’ (Ιωάννης, ιε΄:4). Εμείς ας μένουμε στην αγάπη Του, ζώντας  καθώς Εκείνος θέλει. Αμήν!

 

 

«Και αφού εκήρυξαν το ευαγγέλιον εν τη πόλει εκείνη και εμαθήτευσαν ικανούς, υπέστρεψαν εις την Λύστραν και Ικόνιον και Αντιόχειαν επιστηρίζοντες τας ψυχάς των μαθητών, προτρέποντες να εμμένωσιν εις την πίστην, και διδάσκοντες ότι δια πολλών θλίψεων πρέπει να εισέλθωμεν εις την βασιλείαν του Θεού» (Πράξεις, ιδ΄:21,22)

Οι απόστολοι Παύλος και Βαρνάβας, ήταν σταλμένοι από τον Θεό να κηρύξουν το ευαγγέλιο του Χριστού στα έθνη, ο δε αναστημένος Ιησούς Χριστός, συμμαρτυρούσε στον λόγο τους με τα επακολουθούντα θαύματα. Στην πρώτη αποστολική περιοδεία τους, ενώ ήταν σε μια πόλη της Μικράς Ασίας, στη Λύστρα, ο απόστολος Παύλος μιλούσε το λόγο του Θεού, όταν είδε ένα άνθρωπο χωλό εκ γενετής  που τον άκουγε. Ο Παύλος διέκρινε ότι είχε πίστη για να σωθεί και του είπε να σηκωθεί και να περπατήσει, όπως και έγινε. Οι όχλοι που είδαν το θαύμα, τους πέρασαν για τους θεούς Δία και Ερμή, που πήραν μορφή ανθρώπων και ο ιερέας του ναού του Δία, έφερε ταύρους και στέμματα και ήθελε να προσφέρει θυσία. Οι απόστολοι Παύλος και Βαρνάβας αντέδρασαν έντονα και μόλις  που τους σταμάτησαν, λέγοντάς τους ότι και αυτοί είναι άνθρωποι ομοιοπαθείς με αυτούς και τους πρότρεψαν να επιστρέψουν προς τον ζωντανό Θεό που έφτιαξε τον ουρανό, τη Γη και τη θάλασσα και τα πάντα. Στη συνέχεια ήλθαν στη Λύστρα, οι Ιουδαίοι από την Αντιόχεια και το Ικόνιο, που δίωκαν τους αποστόλους και έπεισαν τους όχλους ώστε λιθοβόλησαν τον Παύλο και μετά τον έσυραν και τον άφησαν έξω από την πόλη νομίζοντας ότι πέθανε. Όμως ο Κύριος τον ζωοποίησε, και όταν  πήγαν κοντά του οι μαθητές, αυτός μόνος του σηκώθηκε, μπήκε στην πόλη και την επόμενη μέρα πήγε με τον Βαρνάβα στην Δέρβη. Εκεί κήρυξαν το ευαγγέλιο, μαθήτευσαν αρκετούς και επέστρεψαν στη Λύστρα, στο Ικόνιο και στην Αντιόχεια, στηρίζοντες τις ψυχές των μαθητών, προτρέποντες να μένουν στην πίστη και διδάσκοντες ότι με πολλές θλίψεις πρέπει να μπούμε στη βασιλεία του Θεού (Πράξεις, ιδ΄:8-22).

Αυτό που διαπιστώνουμε από αυτή την ιστορία είναι ότι όταν ο Θεός κάνει κάποιο θαύμα μέσω κάποιου δούλου Του και ένας άνθρωπος γίνει υγιής από ανίατη ανθρωπίνως ασθένεια, οι όχλοι δεν συμπεριφέρονται σωστά. Από τη μία προσπαθούν να ρίξουν σε υπερηφάνεια τους ανθρώπους του Θεού θεοποιώντας τους και από την άλλη όταν οι άνθρωποί του Θεού δεν πέφτουν στην παγίδα αυτή, αλλάζουν στάση, πειθόμενοι εύκολα σε  ανθρώπους του πονηρού και φθάνουν να θέλουν να τους θανατώσουν, ξεχνώντας το θαύμα που συνέβη μέσω αυτών. Από την άλλη πλευρά, ο άνθρωπός του Θεού, ο απόστολος Παύλος αν και λιθοβολήθηκε, δεν τα έβαλε με τον Θεό για την δοκιμασία που του ήρθε, ούτε παράτησε την αποστολή που του είχε αναθέσει ο Κύριος, να ευαγγελίσει τα έθνη. Έμεινε σταθερός στην πίστη και στον αγώνα, έχοντας λάβει σοβαρά υπόψη του τη σχέση του με τον Κύριο και εκτιμώντας σωστά τις θαυμαστές ενέργειες Του στη ζωή του, όπως αυτή που είχε πρόσφατη,  μετά το λιθοβολισμό και τη διαπόμπευσή του, να σηκωθεί και να συνεχίσει το ευαγγελιστικό έργο. Μπορεί να ήταν σκληρή η δοκιμασία, όμως ο Θεός δεν επέτρεψε να πεθάνει από αυτή, αλλά έκανε έκβαση θεραπεύοντάς τον, γιατί είχε ακόμη πολύ έργο να κάνει μαζί του.

Αν λοιπόν ο απόστολος Παύλος, άντεξε σε τέτοια δοκιμασία, όπως και σε πολλές άλλες, πόσο μάλλον εμείς που δεν έχουμε τόσο σκληρές δοκιμασίες, πρέπει να μείνουμε στον αγώνα της πίστης μέχρι τέλους. Σήμερα ο κόσμος «λιθοβολεί» τα παιδιά του Θεού με βλάσφημα λόγια, με συκοφαντίες, με αδικία και διωγμούς, χωρίς απαραίτητα να υπάρχει υπαιτιότητα αλλά λόγω συμφερόντων και της κακίας των ανθρώπων. Μπορεί κάποιο παιδί του Θεού να πληγωθεί είτε από τα λόγια και τις ενέργειες των ανθρώπων του κόσμου   είτε από ενέργειες δικές του που είναι αποτέλεσμα δελεασμού από το κοσμικό φρόνημα. Γι’ αυτό η αναγεννημένη και διοικούμενη από το Άγιο Πνεύμα εκκλησία του Χριστού, λειτουργεί σαν πνευματικό σχολείο και νοσοκομείο έτσι ώστε κάθε αναγεννημένος χριστιανός να διδάσκεται την υγιαίνουσα διδασκαλία του λόγου του Θεού, από τους ανθρώπους που έχει θέσει για το σκοπό αυτό ο Κύριος (Εφεσίους,δ:11-16), αλλά και να θεραπεύεται και να επιστρέφει στον καλό αγώνα μετά από πνευματικές πτώσεις και ασθένειες. Συνεπώς οι λειτουργοί της εκκλησίας του Κυρίου που έχουν στόχο όπως ο απόστολος Παύλος να μιμούνται τον αρχηγό τους (Α΄ Κορινθίους,ια΄:1), τρέχουν και σηκώνουν τον πληγωμένο αδελφό τους και φροντίζουν να τον περιθάλψουν και να τον σκεπάσουν με την αγάπη τους. Είναι πρόθυμοι για υπηρεσία και κινούνται με αγάπη προς τον πλησίον γενικά και κυρίως για τα εν Χριστώ αδέλφια τους, εφαρμόζοντας το γραμμένο: «Αλλήλων τα βάρη βαστάζετε, και ούτως εκπληρώσατε τον νόμον του Χριστού» (Γαλάτας, ς΄:2). Όπως στη σχετική παραβολή, ο καλός Σαμαρείτης σήκωσε εκείνο τον πληγωμένο και μισοπεθαμένο άνθρωπο, του φρόντισε τις πληγές και επιμελήθηκε για τη διαμονή του σε ξενοδοχείο, έτσι και οι λειτουργοί  της εκκλησίας του Θεού σήμερα πρέπει να ενεργούν παρόμοια για να επιτελούν σωστά, προς δόξα Θεού, το λειτούργημά τους.

Οι απόστολοι είπαν στους μαθητές ότι δια πολλών θλίψεων πρέπει να μπούμε στη βασιλεία του Θεού. Εδώ το ‘πρέπει’ δείχνει ότι ο δρόμος προς τον ουρανό δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα αλλά με κακουχίες που θα έρθουν όταν ο Κύριος επιτρέψει στη ζωή μας. Ο ίδιος ο Κύριος είπε: «.. στενή είναι η πύλη, και τεθλιμμένη η οδός η φέρουσα εις την ζωήν, και ολίγοι είναι οι ευρίσκοντες αυτήν» (Ματθαίος,ζ΄:14). Μέσα στο σχέδιο του Θεού είναι και η δοκιμασία που επιτρέπει, η οποία θα μας φέρει λύπη για κάποιο χρονικό διάστημα αλλά όταν την υπομένουμε μένοντας στο θέλημα του Θεού, θα έχουμε ειρήνη και ευλογία από τον Θεό. Μέσα από την δοκιμασία ο Θεός θέλει να μας κάνει γνήσια παιδιά Του, για να φέρουμε καρπό, ο οποίος σε ατομικό επίπεδο είναι η αύξησή μας σε ειρήνη, δικαιοσύνη και γενικά στον καρπό του Αγίου Πνεύματος και σε εκκλησιαστικό η συνέργειά μας στη σωτηρία και άλλων ανθρώπων (Γαλάτας,ε΄:22,23,Εβραίους, ιβ΄:3-11). Για το λόγο αυτό ‘καυχώμεθα εις τας θλίψεις∙ γινώσκοντες ότι η θλίψις εργάζεται υπομονήν, η δε υπομονή δοκιμήν, η δε δοκιμή ελπίδα, η δε ελπίς δεν καταισχύνη, διότι η αγάπη του Θεού είναι εκκεχυμένη εν ταις καρδίαις ημών δια Πνεύματος Αγίου του δοθέντος εις ημάς'(Ρωμαίους,ε΄:3-5). Δηλαδή τελικά η θλίψη εργάζεται ελπίδα στον Θεό που δεν ντροπιάζει, γιατί ο Θεός δεν θα μας αφήσει να δοκιμαστούμε παραπάνω από τη δύναμή μας αλλά θα ενεργήσει έτσι ώστε να μπορούμε να την υποφέρουμε (Α΄ Κορινθίους,ι΄:13).

Συνοψίζοντας λέμε  ότι οι θλίψεις στη χριστιανική μας πορεία είναι απαραίτητες. Μέσα στη θλίψη ο χριστιανός γνωρίζει ότι δεν είναι μόνος, αλλά έχει τον Κύριο μαζί του. Αν υπομένουμε τη θλίψη και δεν αποκάμουμε, να ξέρουμε ότι θα θερίσουμε τον καρπό της στον κατάλληλο καιρό. Επί πλέον να μη ξεχνάμε ότι θλίψη είναι προσωρινή ενώ ο καρπός της αιώνιος, σύμφωνα με το γραμμένο:«Διότι η προσωρινή ελαφρά θλίψις ημών εργάζεται εις ημάς, καθ’ υπερβολήν εις υπερβολήν αιώνιον βάρος δόξης∙ επειδή ημείς δεν ενατενίζομεν εις τα βλεπόμενα, αλλ’ εις τα μη βλεπόμενα∙ διότι τα βλεπόμενα είναι πρόσκαιρα, τα δε μη βλεπόμενα αιώνια» (Β΄ Κορνιθίους, δ΄:17-18).  Αμήν!

 
Περισσότερα Άρθρα...

Όσοι δε εδέχθησαν αυτόν, εις αυτούς έδωκεν εξουσίαν να γείνωσι τέκνα Θεού, εις τους πιστεύοντας εις το όνομα αυτού· οίτινες ουχί εξ αιμάτων ουδέ εκ θελήματος σαρκός ουδέ εκ θελήματος ανδρός, αλλ' εκ Θεού εγεννήθησαν. (Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον α' 12)

Χριστιανισμός Live

Δημοσκόπηση

Τί πιστεύετε ότι ήταν ο Ιησούς Χριστός;
 
mod_vvisit_counterΣήμερα483
mod_vvisit_counterΕχτές3962
mod_vvisit_counterΑυτή την βδομάδα483
mod_vvisit_counterΤην προηγούμενη εβδομάδα22802
mod_vvisit_counterΑυτό τον μήνα483
mod_vvisit_counterΤον προηγούμενο μήνα100278
mod_vvisit_counterΟλές τις ημέρες3666247

We have: 9 guests, 2 bots online
Η IP: 18.217.26.216
Mozilla 5.0, 
Σήμερα : Σεπ 01, 2024