Μενού

Ποιές πιστεύετε ότι είναι οι πηγές της αλήθειας;

Ποιές πιστεύετε ότι είναι οι πηγές της αλήθειας;
 
Αρχική σελίδα

«Προσέχετε λοιπόν πώς να περιπατήτε ακριβώς, μη ως άσοφοι, αλλ’ ως σοφοί, εξαγοραζόμενοι τον καιρόν, διότι αι ημέραι είναι πονηραί.  Δια τούτο μη γίνεσθε άφρονες, αλλά νοείτε τι είναι το θέλημα του Θεού»(Εφεσίους,ε΄:15-17).

Στις μέρες μας, τα γραφόμενα στο λόγο του Θεού βγαίνουν αληθινά όσον αφορά την κοινωνία των ανθρώπων και την εξέλιξή της σε ηθικό και επιστημονικό επίπεδο. Γενικά βλέπουμε ότι η γνώση σε όλες τις  επιστήμες αυξάνεται ραγδαία, δίνοντας έτσι στους ανθρώπους τη δυνατότητα, με τα τεχνολογικά μέσα που ανακαλύφθηκαν, να επικοινωνούν μεταξύ τους ταχύτατα και να μεταφέρονται μαζικά και γρήγορα από τη μια άκρη του κόσμου ως την άλλη. Αυτή η σημερινή πραγματικότητα φαίνεται στο βιβλίο του προφήτη Δανιήλ  (6ος αιώνας π.Χ.), όπου ο Θεός απολαλύπτει λέγοντας: «Και συ, Δανιήλ, έγκλεισον τους λόγους και σφράγισον το βιβλίον, έως του εσχάτου καιρού∙ τότε πολλοί θέλουσι περιτρέχει και η γνώσις θέλει πληθυνθή» (Δανιήλ, ιβ΄:4). Σήμερα βλέπουμε πολλά γεγονότα και αλλαγές να λαμβάνουν χώρα στις κοινωνίες των ανθρώπων. Παρατηρούμε επίσης μεγάλες διακυμάνσεις στο βιοτικό επίπεδο των ανθρώπων, σε όλους τους τομείς του, είτε κοινωνικό, είτε πολιτιστικό ή οικονομικό ή εκπαιδευτικό ή ηθικό. Είναι φανερό ότι μεγάλος αριθμός ανθρώπων αντιμετωπίζει προβλήματα επιβίωσης, όπως επίσης είναι φανερή η ισοπέδωση ηθικών αξιών, ακόμα και με επιβολή ανθρώπινων νόμων.

Συνεπώς οι σημερινοί καιροί που περνάμε είναι δύσκολοι και όσο προχωράμε θα γίνονται δυσκολότεροι,  όπως άλλωστε ο λόγος του Θεού προφητεύει: «εν ταις εσχάταις ημέραις θέλουσιν ελθεί καιροί κακοί∙ διότι θέλουσιν είσθαι οι άνθρωποι φίλαυτοι, φιλάργυροι, αλαζόνες, υπερήφανοι, βλάσφημοι, απειθείς εις τους γονείς, αχάριστοι, ανόσιοι, άσπλαγχνοι, αδιάλλακτοι, συκοφάνται, ακρατείς, ανήμεροι, αφιλάγαθοι, προδόται, προπετείς, τετυφωμένοι, φιλήδονοι μάλλον παρά φιλόθεοι, έχοντες μεν μορφή ευσεβείας, ηρνημένοι δε την δύναμην αυτής.Και τούτους φεύγε»(Β΄Τιμόθεον,γ΄:1-5).

Κάθε άνθρωπος όμως που μετανοεί, πιστεύει και επικαλείται  τον Ιησού Χριστό, ο Κύριος τον συγχωρεί και τον κάνει ένα νέο κτίσμα ελευθερωμένο από τις παραπάνω αμαρτωλές συμπεριφορές. Από κει και πέρα, ο κάθε αναγεννημένος πιστός γνωρίζει ότι ‘με άρτον μόνον δεν θέλει ζήσει ο άνθρωπος, αλλά με πάντα λόγον εξερχόμενον διά στόματος Θεού’(Ματθ. δ΄:4). Γι’ αυτό πρέπει να δώσει μεγάλη προσοχή στο να ‘εξαγοράζει τον καιρό’, που σημαίνει να ‘τρέφεται’ με τον λόγο του Θεού’ κάθε μέρα, ώστε να ζει σύμφωνα με το θέλημα του Θεού.

Στη Καινή Διαθήκη διαβάζουμε σχετικά:

«Επειδή τούτο είναι το θέλημα του Θεού, ο αγιασμός σας, να απέχησθε από της πορνείας, να εξεύρη έκαστος υμών να κρατή το εαυτού σκεύος εν αγιασμώ και τιμή…» ( Α΄ Θεσσαλονικείς, δ΄:3-4).

«Διότι αρκετός είναι εις ημάς ο παρελθών καιρός του βίου, ότε επράξαμεν το θέλημα των εθνών, περιπατήσαντες εν ασελγείαις, επιθυμίαις, οινοποσίαις, κώμοις, συμποσίοις και αθεμίτοις ειδωλολατρείαις και δια τούτο παραξενεύονται ότι σεις δεν συντρέχετε με αυτούς εις την αυτήν εκχείλισιν της ασωτίας, και σας βλασφημούσιν»( Α΄ Πέτρου, δ΄:3,4).

«Διότι ήσθε πότε σκότος, τώρα όμως φως εν Κυρίω∙ περιπατείτε ως τέκνα φωτός∙ διότι ο καρπός του Πνεύματος είναι εν πάση αγαθωσύνη και δικαιοσύνη και αληθεία∙ εξετάζοντες τι είναι ευάρεστον εις τον Κύριον»(Εφεσίους,ε΄:7-10).

«Περιπατείτε εν φρονήσει προς τους έξω, εξαγοραζόμενοι τον καιρόν.  Ο λόγος σας ας είναι πάντοτε με χάριν, ηρτυμένος με άλας, διά  να εξεύρητε πως πρέπει να αποκρίνησθε προς ένα έκαστον» (Κολοσσαείς, δ΄: 5-6).

Ο Κύριος Ιησούς ήρθε στη Γη, έγινε άνθρωπος με σκοπό να σώσει τον άνθρωπο και να περάσει το μήνυμα της σωτηρίας, μέσω των αποστόλων Του, σε όλους τους ανθρώπους, όλων των αιώνων. Ο Κύριος δεν μίλησε ποτέ για ένα Ευαγγέλιο που οποιοσδήποτε άνθρωπος ή εκκλησία θα μπορούσε να παρεμβαίνει στα γραφόμενα προσθέτοντας ή αφαιρώντας, αλλά αντίθετα εφιστά  την προσοχή μας λέγοντας:

«Όστις λοιπόν αθετήση μίαν των εντολών τούτων των ελαχίστων και διδάξη ούτω τους ανθρώπους, ελάχιστος θέλει ονομασθή εν τη βασιλεία των ουρανών όστις δε εκτελέση και διδάξη, ούτος μέγας θέλει ονομασθή εν τη βασιλεία των ουρανών.» (Ματθαίος, ε΄:5)

«Διότι μαρτύρομαι εις πάντα ακούοντα τους λόγους της προφητείας του βιβλίου τούτου, Εάν τις επιθέση εις ταύτα, ο Θεός θέλει επιθέσει εις αυτόν τας πληγάς τας γεγραμμένας εν τω βιβλίω τούτω. Και εάν τις αφαιρέση από των λόγων του βιβλίου της προφητείας ταύτης, ο Θεός θέλει αφαιρέσει το μέρος αυτού από του βιβλίου της ζωής, και από της πόλεως της αγίας, και των γεγραμμένων εν τω βιβλίω τούτω» (Αποκάλυψη,κβ΄:18-19).

Αυτό λοιπόν που δεν μπορεί να αλλάξει κανένας είναι ο λόγος του Θεού του ζώντος και αυτό γιατί ο Θεός είναι o ίδιος χθες και σήμερα και στους αιώνες και δεν υπάρχει  σ’ Αυτόν αλλοίωση ή σκιά μεταβολής. (Εβρ.ιγ΄:8,Ιακ. α΄:17).  Συνεπώς κάθε αναγεννημένος χριστιανός, αν θέλει να υπομείνει έως τέλους αγωνιζόμενος κατά της αμαρτίας, είναι απαραίτητο να εξαγοράζει σοφά τον χρόνο του, φροντίζοντας να ‘τρέφει’ καθημερινά τον εσωτερικό του άνθρωπο, με την υγιαίνουσα διδασκαλία του ευαγγελίου καθώς επίσης πρέπει να ζητά δια της προσευχής, την ενίσχυση του Αγίου Πνεύματος στη ζωή του, ώστε να εννοεί και εφαρμόζει αυτή τη διδασκαλία.

Ολοκληρώνοντας λέμε ότι το  πρότυπο της σωστής εξαγοράς του χρόνου, μας το δίνει η πρώτη αποστολική εκκλησία. Διαβάζουμε σχετικά:«Και ενέμενον εν τη διδαχή των αποστόλων και εν τη κοινωνία και εν τη κλάσει του άρτου και εν ταις προσευχαίς» (Πράξ. β΄:42). Επομένως, εφόσον δεν συντρέχουν περιοριστικοί λόγοι,(ασθένειες, διωγμοί, αποστάσεις κ.α.), η σωστή εξαγορά του χρόνου, εκ μέρους του πιστού, καθορίζεται από τη συμμετοχή αυτού και στη διδασκαλία του λόγου από τους αποστόλους του Κυρίου και στη συναναστροφή με πιστούς και στη Θεία Κοινωνία και στις προσευχές. Ο Κύριος, λοιπόν, θέλει να εξαγοράσουμε το χρόνο μας στις δύσκολες αυτές ημέρες που περνάμε, μιμούμενοι το πνευματικό περπάτημα των αγίων αδελφών μας  της πρώτης αποστολικής εκκλησίας, εμμένοντες σ’ αυτά που και εκείνοι ενέμεναν, αν θέλουμε να έχουμε τα αποτελέσματα στο έργο του Κυρίου που  εκείνοι  είχαν. Αμήν!

 

 

«Πας λοιπόν όστις με ομολογήση έμπροσθεν των ανθρώπων, θέλω ομολογήσει και εγώ αυτόν έμπροσθεν του Πατρός μου του εν τοις ουρανοίς. Όστις δε με αρνηθή έμπροσθεν των ανθρώπων, θέλω αρνηθή αυτόν και εγώ έμπροσθεν του Πατρός μου του εν ουρανοίς» (Ματθαίος, ι΄: 32-33)

Ο Πατέρας Θεός ευδόκησε να φέρει στο κόσμο τον Υιό του τον μονογενή, τον άνθρωπο Ιησού Χριστό, ο οποίος είναι ο Λόγος Θεός που  ενανθρωπίστηκε όταν ήρθε το πλήρωμα του χρόνου, λαμβάνοντας δούλου μορφή (Ιωάννης, α΄:1,14). Ο Κύριος Ιησούς ήρθε με ένα σκοπό, να κηρύξει  το ευαγγέλιο της σωτηρίας, να πειρασθεί όμοια με μας αλλά χωρίς να πέσει σε αμαρτία, έτσι ώστε να πληρώσει για τις αμαρτίες όλων των ανθρώπων με τη θυσία Του στο σταυρό του Γολγοθά και να αναστηθεί, σαν αναμάρτητος, για να δικαιώσει κάθε άνθρωπο που θα πιστέψει σ’ Αυτόν και θα Τον επικαλεστεί. Ο Κύριος θέλει να κερδίσει την αγάπη του ανθρώπου με την αγάπη Του. Θέλει ο άνθρωπος να καταλάβει πως ο Πατέρας Θεός δεν απέστειλε τον Υιόν Αυτού για να κρίνει τον κόσμο, αλλά για να σωθεί ο κόσμος δι’ Αυτού (Ιωάννης,γ΄:17). Δεν είναι Θεός που μισεί τον άνθρωπο, αλλά μισεί την αμαρτία, η οποία είναι εμπόδιο για την είσοδο του ανθρώπου στη Βασιλεία των Ουρανών. Ο Ιησούς Χριστός καλεί κάθε άνθρωπο από οποιαδήποτε φυλή, γλώσσα, έθνος, λαό, λέγοντας: «Έλθετε προς με, πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι, και εγώ θέλω σας αναπαύσει. Άρατε τον ζυγόν μου εφ’υμάς, και μάθετε απ’εμού∙ διότι πράος είμαι και ταπεινός την καρδίαν∙ και θέλετε ευρεί ανάπαυσιν εν ταις ψυχαίς υμών. Διότι ο ζυγός μου είναι καλός, και το φορτίον μου ελαφρόν» (Ματθαίος, ια΄:28-30).

Βλέπουμε λοιπόν ότι ο Κύριος θέλει να αναπαύσει τις ψυχές όσων έλθουν σ’ Αυτόν και να τους δώσει ένα καλό ζυγό και ελαφρύ φορτίο. Σχετικά με το φορτίο και το ζυγό του χριστιανού ο Κύριος αναφέρει: « Εάν τις θέλη να έλθη οπίσω μου, ας απαρνηθή εαυτόν και ας σηκώση τον σταυρόν αυτού καθ’ημέραν, και ας με ακολουθή. Διότι όστις θέλει να σώση την ζωήν αυτού, θέλει απολέσει αυτήν∙ και όστις απολέση την ζωήν αυτού ένεκεν εμού, ούτος θέλει σώσει αυτήν» (Λουκάς, θ΄:23-24). Απάρνηση εαυτού σημαίνει να μην κάνω του κεφαλιού μου αλλά να έχω οδηγό μου το λόγο του Θεού. Ακολουθώ τον Κύριο σημαίνει να έχω τον Κύριο να προπορεύεται σε κάθε ενέργεια στη ζωή μου. Το να σηκώνω κάθε μέρα το σταυρό που μου δίνει ο Κύριος σημαίνει να υπομένω κάθε μέρα την παιδεία, τις δοκιμασίες και τις θλίψεις που Αυτός επιτρέπει στη ζωή μου. ‘Χάνω’ τη ζωή μου εξαιτίας του Κυρίου Ιησού σημαίνει ότι απαρνούμαι το κοσμικό και σαρκικό φρόνημα – το οποίο οδηγεί στον αιώνιο θάνατο – και ακολουθώ το φρόνημα του Θεού, που είναι ζωή και ειρήνη.

Έτσι λοιπόν ο Κύριος θέλει να σηκώσουμε ένα απαλό φορτίο που Αυτός θα μας δώσει, βέβαια με τη δική Του βοήθεια, μιας και όπως ο ίδιος είπε             ‘Ο μένων εν εμοί και εγώ εν αυτώ, ούτος φέρει καρπόν πολύν, διότι χωρίς εμού δεν δύνασθε να κάμητε ουδέν’ (Ιωάννης, ιε΄:5).

Μέρος του φορτίου που περιλαμβάνεται στο σταυρό του χριστιανού είναι η ομολογία. Αυτό διότι ενώ η ομολογία αποτελεί την απλή φανέρωση από τον χριστιανό στους συνανθρώπους του, των ενεργειών του Θεού στη ζωή του,  με λόγια και έργα, συνήθως συνοδεύεται από αντιδράσεις κυρίως των οικείων του προσώπων. Αυτό συμβαίνει διότι όταν έρχεται ο Χριστός στη ζωή ενός ανθρώπου, μπαίνει ένα «χώρισμα» λόγω διαφορετικών φρονημάτων που υπάρχουν μεταξύ αυτού και των μελών της οικογενείας του, που δεν έχουν γνωρίσει ακόμα τον Κύριο σαν προσωπικό τους σωτήρα. Ο Κύριος αμέσως μετά την αναφορά Του  στην ομολογία του πιστού (αρχή άρθρου), μας λέει σχετικά : «Μη νομίσητε ότι ήλθον να βάλω ειρήνην επί την γήν∙ δεν ήλθον να βάλω ειρήνην, αλλά μάχαιραν. Διότι ήλθον να διαχωρίσω άνθρωπον κατά του πατρός αυτού, και θυγατέρα κατά της μητρός αυτής, και νύμφην κατά της πενθεράς αυτής. Και εχθροί του ανθρώπου θέλουσιν είσθαι οι οικιακοί αυτού. Όστις αγαπά πατέρα ή μητέρα υπέρ εμέ, δεν είναι άξιος εμού∙ και όστις αγαπά υιόν ή θυγατέρα υπέρ εμέ, δεν είναι άξιος εμού∙ και όστις δεν λαμβάνει τον σταυρόν αυτού και ακολουθεί οπίσω μου, δεν είναι άξιος εμού. Όστις εύρη την ζωήν αυτού θέλει απολέσει αυτήν, και όστις απολέση την ζωήν αυτού δι' εμέ θέλει ευρεί αυτήν.» (Ματθαίος, ι΄:34-37).

Βέβαια αυτή η ‘μάχαιρα’ που ο Κύριος βάζει, από τη μια συντελεί στην αύξηση του χριστιανού στην αγάπη, εφόσον βέβαια αυτός υπομένει την παιδεία που ο Θεός επιτρέπει  και από την άλλη εργάζεται έργο καλό στις καρδιές των οικείων που αντιδρούν, εφόσον βέβαια αυτοί έχουν την διάθεση να διαπιστώσουν αν η ομολογία του οικείου τους είναι αποτέλεσμα της ενέργειας του Θεού στη ζωή του ή ανθρώπινης πλάνης.

Σε κάθε περίπτωση η ομολογία με λόγια του χριστιανού πρέπει να συνοδεύεται με το σωστό πνευματικό του περπάτημα στη καθημερινή ζωή. Αυτό σημαίνει ότι φροντίζει να τρέφεται καθημερινά με τον λόγο του Θεού, προσπαθεί να  πληρώνεται με Άγιο Πνεύμα ώστε να κρατάει τις εντολές του Θεού στην καρδιά του και να τις κάνει πράξη στη ζωή του και προσέχει να περπατάει ακριβώς στο θέλημα του Κυρίου.

Ομολογεί Χριστό ένας χριστιανός όταν συγχωρεί τον εχθρό του και κάνει έργα αγαθά: «Εάν λοιπόν πεινά ο εχθρός σου, τρέφε αυτόν∙ εάν διψά, πότιζε αυτόν∙ διότι πράττων τούτο, θέλεις σωρεύσει άνθρακας πυρός επί την κεφαλήν αυτού. Μη νικάσαι υπό του κακού, αλλά νίκα δια του αγαθού το κακό» (Ρωμαίους, ιβ΄:20-21).

Μια χριστιανή γυναίκα ομολογεί θεοσέβεια ‘άνευ λόγου’ με τη σωστή συμπεριφορά της και το σεμνό ντύσιμό της: «Ωσαύτως και αι γυναίκες με στολήν σεμνήν, με αιδώ και σωφροσύνην να στολίζωσι εαυτάς, ουχί με πλέγματα,ή χρυσόν,ή μαργαρίτας,ή ενδυμασίαν πολυτελή∙αλλά το οποίον πρέπει εις γυναίκας επαγγελομένας θεοσέβειαν, με έργα αγαθά» (Α΄Τιμόθεον,β΄:9-10).                                       «Ομοίως αι γυναίκες, υποτάσσεσθε εις τους άνδρας υμών, ίνα και εάν τινές απειθώσιν εις τον λόγον, κερδηθώσιν άνευ του λόγου διά της διαγωγής των γυναικών, αφού ίδωσι την μετά φόβου καθαράν διαγωγήν σας»(Α΄Πέτρου,γ΄:1,2).

Τέλος αναφέρουμε ότι είτε όταν ομολογούμε σε κάποιον τις ενέργειες του Κυρίου στη ζωή μας με δική μας πρωτοβουλία, είτε όταν μας ζητάει κάποιος να του μιλήσουμε για την ελπίδα που έχει δώσει ο Κύριος στη ζωή μας, θα πρέπει να μιλάμε με πραότητα και φόβο Θεού αποβλέποντας στην οικοδομή του συνανθρώπου μας  και όχι με υπεροψία και με κύριο κίνητρο το προσωπικό μας όφελος  (Α΄ Πέτρου, γ΄:15).

Συνοψίζοντας λένε ότι η ομολογία όσων γνωρίσαμε τον Χριστό σαν προσωπικό μας σωτήρα γίνεται μεν δια του στόματος μας σύμφωνα με το γεγραμμένο ‘εάν ομολογήσης δια του στόματός σου τον Κύριον Ιησούν, και πιστεύσης εν τη καρδία σου ότι ο Θεός ανέστησεν αυτόν εκ νεκρών, θέλεις σωθή’ (Ρωμαίους, ι΄:9), αλλά είναι ευάρεστη στο Θεό όταν είμαστε στο θέλημα του Θεού και προσπαθούμε να κάνουμε το λόγο Του πράξη στη ζωή μας. Αμήν!

 

 

«Ο Θεός, όστις έκαμε τον κόσμον και πάντα τα εν αυτώ, ούτος Κύριος ων του ουρανού και της γης, δεν κατοικεί εν χειροποιήτοις ναοίς, ουδέ λατρεύεται υπό χειρών ανθρώπων ως έχων χρείαν τινός, επειδή αυτός δίδει εις πάντας ζωήν και πνοήν και τα πάντα• και έκαμεν εξ ενός αίματος παν έθνος ανθρώπων, διά να κατοικώσιν εφ' όλου του προσώπου της γης, και διώρισε τους προδιατεταγμένους καιρούς και τα οροθέσια της κατοικίας αυτών, διά να ζητώσι τον Κύριον, ίσως δυνηθώσι να ψηλαφήσωσιν αυτόν και να εύρωσιν, αν και δεν είναι μακράν από ενός εκάστου ημών (Πράξεις, ιζ΄: 24-27)

«Μη μεριμνάτε περί μηδενός∙ αλλ’ εν παντί πράγματι ας γνωρίζονται τα ζητήματά σας προς τον Θεόν μετ’ ευχαριστίας διά της προσευχής και της δεήσεως. Και η ειρήνη του Θεού, η υπερέχουσα πάντα νούν, θέλει διαφυλάξει τας καρδίας σας και τα διανοήματά σας διά του Ιησού Χριστού» (Φιλιππησίους, δ΄: 6-7)

Ο Τριαδικός Θεός προς το τέλος της δημιουργίας του κόσμου, όταν ήταν να δημιουργήσει τον άνθρωπο είπε: «Ας κάμωμεν άνθρωπον κατ' εικόνα ημών, καθ' ομοίωσιν ημών» και στη συνέχεια ‘έπλασε Κύριος ο Θεός τον άνθρωπον από χώματος εκ της γης. και ενεφύσησεν εις τους μυκτήρας αυτού πνοήν ζωής, και έγεινεν ο άνθρωπος εις ψυχήν ζώσαν’ (Γένεση, α΄:26, β΄:7). Έτσι ο άνθρωπος έχει πνεύμα, δοσμένο από το Θεό, με το οποίο επικοινωνεί μ’ Αυτόν. Οι πρωτόπλαστοι είχαν άμεση επικοινωνία με το Θεό, μιας και άκουγαν τη φωνή Του και συνομιλούσαν μ’ Αυτόν.

Βέβαια ο Θεός έκανε τον άνθρωπο ελεύθερο και του έδωσε τη δυνατότητα να επιλέξει αν θέλει να εκτελέσει το θέλημά Του. Έτσι επέτρεψε στον διάβολο να παρέμβει και να πλανήσει την Εύα με τελικό αποτέλεσμα την είσοδο της αμαρτίας και του μισθού αυτής που είναι ο θάνατος, στη ζωή των πρωτοπλάστων. Άμεση συνέπεια της αμαρτίας ήταν η  εκδίωξη  των πρωτοπλάστων από τον παράδεισο και η διακοπή της καθημερινής επικοινωνίας τους με το Θεό.

Στη συνέχεια βλέπουμε τα δύο πρώτα παιδιά των πρωτοπλάστων, τον Κάιν και τον Άβελ, να έχουν κάποια επικοινωνία με τον Θεό και να του προσφέρουν  θυσία από τα προϊόντα που παρήγαγαν. Ο Θεός ανταποκρίθηκε θετικά μόνο στη θυσία του Άβελ και έλεγξε τον Κάιν που οργίστηκε, εξηγώντας του, ότι υπάρχει αμαρτία στη ζωή του. Δυστυχώς ο Κάιν αντί να μετανοήσει, σκότωσε τον αδελφό του.

Στις γενιές των ανθρώπων που ακολούθησαν βλέπουμε την αμαρτία να αυξάνει με αποτέλεσμα στη όγδοη γενιά μετά τον Αδάμ, οι μόνοι άνθρωποι που είχαν σωστή επικοινωνία με το Θεό και υπάκουαν στο θέλημά Του, ήταν ο Νώε, η γυναίκα του, τα τρία παιδιά του και οι  τρεις νύφες του. Ο Θεός για να μη διαφθαρούν και αυτοί, αναγκάστηκε να κάνει τον κατακλυσμό. Στις γενιές των ανθρώπων που γεννήθηκαν μετά τον κατακλυσμό και γενικά στα διάφορα έθνη που σχηματίστηκαν, βλέπουμε να επικρατεί η ειδωλολατρία αντί της λατρείας του αληθινού Θεού.

Βέβαια πάντα υπήρχαν ειλικρινείς άνθρωποι που είχαν επικοινωνία με τον αληθινό Θεό. Μέσα στην Αγία Γραφή διαβάζουμε σχετικά με πολλούς πιστούς ανθρώπους που προσεύχονταν στον Θεό και ο Κύριος τους απαντούσε και τους χρησιμοποιούσε στο έργο που είχε καθορίσει. Βλέπουμε τον ονομαζόμενο πατέρα της πίστης, τον Αβραάμ,  να υπακούει στην κλήση του Θεού και να πιστεύει στην επαγγελία που του έδωσε, ενώ δεν είχε ακόμη παιδί, ότι οι απόγονοί του θα είναι αναρίθμητοι σε πλήθος. Έτσι από τον Αβραάμ προήλθε ο λαός Ισραήλ,  που ήταν ο μόνος λαός που είχε, έστω κατά μέρος και κατά καιρούς, επικοινωνία με τον αληθινό Θεό. Γνωστοί άνδρες πίστεως από το λαό αυτό, όπως ο Μωυσής, ο Ιησούς του Ναυή, ο Σαμουήλ, ο Δαβίδ, ο Ησαΐας, ο Ιερεμίας, ο Δανιήλ και άλλοι, συνομιλούσαν με τον Θεό στην προσευχή τους και λάβαιναν οδηγίες τι να κάνουν  έτσι ώστε να διατηρείται στο λαό τους η επικοινωνία με τον αληθινό Θεό και ο εξ αυτής απορρέων αγιασμός.

Έτσι όταν ήρθε το πλήρωμα του χρόνου, μέσω της αγίας παρθένου Μαρίας, ενανθρωπίστηκε ο Υιός του Θεού Ιησούς Χριστός, ο οποίος πλήρωσε με το άγιο αίμα Του, πάνω στο σταυρό του Γολγοθά, για τις αμαρτίες όλων των ανθρώπων όλων των εθνών  και φυλών και αναστήθηκε για τη δικαίωσή τους. Συνεπώς από την ανάσταση του Κυρίου μέχρι σήμερα, η επικοινωνία του ανθρώπου με τον αληθινό Θεό έχει προϋπόθεση την αποδοχή εκ μέρους του πιστού αυτής της λυτρωτικής θυσίας, μιας και ο ίδιος ο Κύριος είπε: ‘Εγώ είμαι η οδός και η αλήθεια και η ζωή ουδείς έρχεται προς τον Πατέρα, ειμή δι' εμού’(Ιωάννης, ιδ΄:6). Όταν λοιπόν κάθε άνθρωπος δεχθεί τον έλεγχο του Αγίου Πνεύματος, μετανοήσει για τις αμαρτίες του και πιστέψει ότι ο Ιησούς Χριστός έχυσε το αίμα Του και για τις δικές του αμαρτίες, τότε θα Τον επικαλεστεί και ο Κύριος θα τον βεβαιώσει για την αλήθεια των γεγραμμένων, δίνοντας του συγχώρεση και ανάπαυση στη ψυχή του. Τότε ο Πατέρας Θεός αναγεννάει τον πιστό άνθρωπο σε ζωντανή ελπίδα και τον κάνει παιδί Του.

Από κει και πέρα το αναγεννημένο παιδί του Θεού, για να αυξάνεται πνευματικά, πρέπει να έχει καθημερινή επικοινωνία με το Πατέρα Θεό. Η προσευχή είναι το μέσο επικοινωνίας του ανθρώπου με τον Θεό. Διαβάζοντας τη Καινή Διαθήκη, παρατηρούμε ότι ο Κύριος Ιησούς Χριστός προσευχότανε αδιαλείπτως  και μάλιστα σύστηνε στους μαθητές του: «Προσέχετε, αγρυπνείτε και προσεύχεσθε∙ διότι δεν εξεύρετε πότε είναι ο καιρός» (Μάρκος, ιγ΄:33) και : «αγρυπνείτε και προσεύχεσθε, δια να μην εισέλθητε εις πειρασμόν∙ το μεν πνεύμα πρόθυμον, η δε σάρξ ασθενής» (Μάρκος, ιδ΄: 38). Ακόμα, διαβάζουμε τα λόγια της προσευχής του Κυρίου στο 17ο κεφάλαιο του Ευαγγελίου του Ιωάννη, ο οποίος προσευχότανε για τον εαυτό Του, τους μαθητές Του και αυτούς που θα σώζονταν από το κήρυγμα των μαθητών. Επίσης στην προς Εβραίους επιστολή διαβάζουμε σχετικά με τον Κύριο Ιησού: «Όστις εν ταις ημέραις της σαρκός αυτού, αφού μετά κραυγής δυνατής και δακρύων προσέφερε δεήσεις και ικεσίας προς τον δυνάμενον να σώζη αυτόν εκ του θανάτου, και εισηκούσθη διά την ευλάβειαν αυτού, καίτοι ων υιός, έμαθε την υπακοήν αφ’ όσον έπαθε. Και γενόμενος τέλειος κατεστάθη αίτιος σωτηρίας αιωνίου εις πάντας τους υπακούοντας εις αυτόν» (Εβραίους, ε΄:7-9). Ο Χριστός υπέφερε σαν άνθρωπος και πόνεσε και επειδή δοκιμάστηκε σαν άνθρωπος έδωσε ο ίδιος το παράδειγμα της προσευχής και της νηστείας, επειδή αυτά τα δυο είναι χρήσιμα  πνευματικά όπλα  του χριστιανού για να αντιμετωπίσει τις επιθέσεις του πονηρού στη ζωή του, σύμφωνα με το γεγραμμένο: «Τούτο δε το γένος δεν εξέρχεται, ειμή διά προσευχής και νηστείας» (Ματθαίος, ιζ΄:21).

Ο Κύριος μας διδάσκει πώς πρέπει να προσευχόμαστε ώστε να υπάρχει απάντηση, λέγοντας να μη προσευχόμαστε για να μας επαινούν οι άνθρωποι, να μην βαττολογούμε επειδή ο Θεός ξέρει τι έχουμε ανάγκη και μας σύστησε να λέμε τη προσευχή που είναι γνωστή σαν το «Πάτερ ημών». Βέβαια αυτή την προσευχή δεν είναι να τη λέμε τυπικά, αλλά να εννοούμε την ιεραρχία των αιτημάτων  που θέτει όπως και να μη λέμε ψέματα λέγοντας ‘συγχώρησον εις ημάς τας αμαρτίας ημών, καθώς και ημείς συγχωρούμεν εις τους αμαρτάνοντας εις ημάς’, διότι όπως ο Κύριος συμπληρώνει ‘εάν συγχωρήσητε εις τους ανθρώπους τα πταίσματα αυτών, θέλει συγχωρήσει και εις εσάς ο Πατήρ σας ο ουράνιος εάν όμως δεν συγχωρήσητε εις τους ανθρώπους τα πταίσματα αυτών, ουδέ ο Πατήρ σας θέλει συγχωρήσει τα πταίσματά σας’(Ματθαίος,ς΄:6-15). Επίσης, ο Θεός ευαρεστείται σε αυτόν που έχει συντετριμμένη καρδιά και ταπεινό πνεύμα (Ησαΐας, νζ΄:15), όπως επιπρόσθετα αναφέρεται και στη γνωστή παραβολή που είπε ο Κύριος, η περίπτωση του τελώνη  που ομολογούσε τα λάθη του, σε αντίθεση με την αυτοδικαίωση του Φαρισαίου (Λουκάς, ιη΄:9-14,.

Στην εκκλησιαστική ζωή, η προσευχή είναι ένα από τα τέσσερα πνευματικά στηρίγματα του χριστιανού και της εκκλησίας καθώς διαβάζουμε σχετικά την πρώτη αποστολική εκκλησία :«Και ενέμενον εν τη διδαχή των αποστόλων, και εν τη κοινωνία, και εν τη κλάσει του άρτου και εν ταις προσευχαίς» (Πράξεις, β΄:42). Τότε υπήρχε  συνεχής και ένθερμη προσευχή και κατά συνέπεια αγιασμός, με αποτέλεσμα ‘του πλήθους των πιστευσάντων η καρδία και η ψυχή ήτο μία’ και ο Κύριος ενεργούσε θαυμάσια  και έδινε  πλούσια  τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος (Πράξεις, δ΄:31-37).

Επί πλέον για την εποικοδομητική επικοινωνία του ανθρώπου με τον Θεό,  ο Κύριος δίνει και σήμερα δωρεάν την επαγγελία του Αγίου Πνεύματος, ‘στους  πιστεύοντας, αιτούντας και πειθαρχούντας. Το Άγιο Πνεύμα κάνει ένα θαυμαστό έργο στη προσευχή: «Ωσαύτως δε και το Πνεύμα συμμβοηθεί εις τας ασθενείας ημών∙ επειδή το τι να προσευχηθώμεν ως πρέπει, δεν εξεύρομεν, αλλ’ αυτό το Πνεύμα ικετεύει υπέρ ημών δια στεναγμών αλαλήτων. Ο δε ερευνών τας καρδίας εξεύρει τι είναι το φρόνημα του Πνεύματος, ότι κατά Θεόν ικετεύει υπέρ των αγίων» (Ρωμαίους, η΄:26-27).

Ολοκληρώνοντας λέμε ότι σήμερα στην οικονομία της χάριτος που ζούμε, εποικοδομητική επικοινωνία του ανθρώπου με το Θεό πραγματοποιείται μόνο με την επίκληση του ονόματος και της χάριτος του Ιησού Χριστού και κάτω από την οδηγία και διοίκηση του Άγιου Πνεύματος. Αμήν.

 

«Επειδή όσοι διοικούνται υπό του Πνεύματος του Θεού, ούτοι είναι υιοί του Θεού» (Ρωμαίους,η΄:14)

Αρχικά θα αναφερθούμε στην θεότητα  του Άγιου  Πνεύματος, έχοντας υπόψη ότι μέσα σε λίγες γραμμές δεν είναι δυνατόν να καλύψουμε το βάθος και τον πλούτο του ίδιου του Θεού καθώς το Άγιο Πνεύμα είναι Θεός.
Το ότι το Άγιο  Πνεύμα είναι το τρίτο πρόσωπο της Αγίας Τριάδας όπως και η θεότητά Του, φανερώνονται στα παρακάτω εδάφια:

« Διά τούτο σας λέγω, Πάσα αμαρτία και βλασφημία θέλει συγχωρηθή εις τους ανθρώπους, η κατά του Πνεύματος όμως βλασφημία δεν θέλει συγχωρηθή εις τους ανθρώπους και όστις είπη λόγον κατά του Υιού του ανθρώπου, θέλει συγχωρηθή εις αυτόν όστις όμως είπη κατά του Πνεύματος του Αγίου, δεν θέλει συγχωρηθή εις αυτόν ούτε εν τούτω τω αιώνι ούτε εν τω μέλλοντι» ( Ματθαίος, ιβ΄: 31,32)
«Είπε δε ο Πέτρος, Ανανία, διά τι εγέμισεν ο Σατανάς την καρδίαν σου, ώστε να ψευσθής εις το Πνεύμα το Άγιον, και να κρατήσης από της τιμής του αγρού; ενώ έμενε, δεν ήτο σου; και αφού επωλήθη, δεν ήτο εν τη εξουσία σου; διά τι έβαλες εν   τη καρδία σου το πράγμα τούτο; Δεν εψεύσθης εις ανθρώπους, αλλ’ εις τον Θεόν» (Πράξεις,ε΄:3-4).
«Διότι τρεις είναι οι μαρτυρούντες εν τω ουρανώ, ο Πατήρ, ο Λόγος και το Άγιον Πνεύμα, και ούτοι οι τρεις είναι έν  και τρεις είναι οι μαρτυρούντες εν τη γη, το Πνεύμα και το ύδωρ και το αίμα, και οι τρεις ούτοι αναφέρονται εις το εν.» (Α΄ Ιωάννου, ε΄:7).
« Η χάρις του Κυρίου Ιησού Χριστού και η αγάπη του Θεού και η κοινωνία του Αγίου Πνεύματος είη μετά πάντων υμών αμήν.» ( Β΄ Κορινθίους, ιγ΄: 14).

Το Άγιο Πνεύμα ως Θεός, εκτελεί θαυμαστές ενέργειες στη ζωή των ανθρώπων με στόχο τον αγιασμό και τη σωτηρία τους.
Η πιο θαυμαστή ενέργεια του Αγίου Πνεύματος ήταν η σύλληψη του Ιησού Χριστού, του Υιού και Λόγου του Θεού, από την παρθένο Μαρία. Διαβάζουμε σχετικά:
«Του δε Ιησού Χριστού η γέννησις ούτω ήτο∙ αφού ηρραβωνίσθη η μήτηρ αυτού Μαρία μετά του Ιωσήφ, πριν συνέλθωσιν, ευρέθη εν γαστρί έχουσα εκ Πνεύματος Αγίου» (Ματθαίος, α΄:18). Έχοντας υπόψη ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ‘ο Αμνός του Θεού ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου’, εύκολα μπορούμε να καταλάβουμε τη σημασία αυτής της ενέργειας.
O Ιησούς Χριστός σ’ όλη την διάρκεια της επίγειας ζωής Του ήταν πλήρης Πνεύματος Αγίου μιας και μέσα σ’ Αυτόν κατοικούσε όλο το πλήρωμα της θεότητας σωματικώς (Κολοσσαείς, β΄:9). Επιπρόσθετα αναφέρουμε σχετική προφητεία του προφήτη Ησαΐα,:
«Και θέλει εξέλθει ράβδος εκ του κορμού του Ιεσσαί, και κλάδος θέλει αναβή εκ των ριζών αυτού∙ και το πνεύμα του Κυρίου θέλει αναπαυθή επ’ αυτόν, πνεύμα σοφίας και συνέσεως, πνεύμα βουλής και δυνάμεως, πνεύμα γνώσεως (και ευσεβείας, που αναφέρεται στο κείμενο των Εβδομήντα [Ο΄]) και φόβου του Κυρίου∙ και θέλει κάμει αυτόν οξύνουν εις τον φόβον του Κυρίου, ώστε δεν θέλει κρίνει κατά την θεωρίαν των οφθαλμών αυτού, ουδέ θέλει ελέγχει κατά την ακρόασιν των ωτίων αυτού∙ αλλ’ εν δικαιοσύνη θέλει κρίνει τους πτωχούς, και εν ευθύτητι θέλει υπερασπίζεσθαι τους ταπεινούς της γης∙»(Ησαΐας,ια΄:1-5). Τα παραπάνω επτά στοιχεία είναι τα χαρακτηριστικά του  Άγιου  Πνεύματος, που αναφέρονται ως επτά πνεύματα στο βιβλίο της Αποκάλυψης (Αποκάλυψη, δ΄:5 και ε΄:6).

Ακόμα, διαβάζουμε ότι ο Κύριος Ιησούς, έδωσε δια Πνεύματος Αγίου εντολές στους αποστόλους, όταν ήταν μαζί τους, μέχρι να αναληφθεί (Πράξεις, α΄:2). Έτσι ο γραπτός λόγος που μας άφησε ο Κύριος είναι λόγια αληθείας, δια Πνεύματος Αγίου, που δίνουν ζωή σε όποιον τα πιστέψει.
Όσο αφορά τις ενέργειες του Αγίου Πνεύματος, το οποίο ονομάζεται και Παράκλητος, ο Κύριος μας ενημερώνει λέγοντας:

«Εγώ όμως την αλήθειαν σας λέγω συμφέρει εις εσάς να απέλθω εγώ. διότι, εάν δεν απέλθω, ο Παράκλητος δεν θέλει ελθεί προς εσάς∙ αλλ’ αφού απέλθω, θέλω πέμψει αυτόν προς εσάς. Και ελθών εκείνος θέλει ελέγξει τον κόσμον περί αμαρτίας, και περί δικαιοσύνης, και περί κρίσεως∙ περί αμαρτίας μεν, διότι δεν πιστεύουσιν εις εμέ∙ περί δικαιοσύνης δε, διότι υπάγω προς τον Πατέρα μου, και πλέον δεν με βλέπετε∙ περί δε κρίσεως, διότι ο άρχων του κόσμου τούτου εκρίθη» (Ιωάννης,ις΄:7-11).
«όταν δε έλθει εκείνος, το Πνεύμα της αληθείας, θέλει σας οδηγήσει εις πάσαν την αλήθειαν∙ διότι δεν θέλει λαλήσει αφ’ εαυτού, αλλ’ όσα αν ακούση θέλει λαλήσει  και θέλει σας αναγγείλει τα μέλλοντα. Εκείνος θέλει δοξάσει εμέ, διότι  εκ του  εμού θέλει λάβει, και αναγγείλει προς εσάς» (Ιωάννης,ις΄:13-14). Από τα λόγια αυτά συμπεραίνουμε ότι το Άγιο Πνεύμα πέμπεται από τον Κύριο προς τους μαθητές, ελέγχει τον κόσμο για αμαρτία, δικαιοσύνη και κρίση, οδηγεί στην αλήθεια και δοξάζει τον Κύριο Ιησού.

Κάθε άνθρωπο που πιστεύει στον Ιησού Χριστό και μετανοεί δεχόμενος τον έλεγχο του Αγίου Πνεύματος, ο  Πατέρας Θεού τον γεννάει ‘άνωθεν δια του ύδατος και δια του Αγίου Πνεύματος’ (Ιωάννης, α΄: 5). Το έργο της αναγέννησης που εργάζεται ο Θεός στην καρδιά του πιστού ανθρώπου, μπορούμε να πούμε ότι είναι το μεγαλύτερο θαύμα, μιας και μόνο με αυτό το έργο ο άνθρωπος από τέκνο ανομίας γίνεται παιδί του Θεού. Το ‘ύδωρ’ στο παραπάνω εδάφιο συμβολίζει τον λόγο του Θεού (Εφεσίους, ε΄:26 και Α΄ Πέτρου, α΄:23). Σε άλλα εδάφια  με την λέξη ‘ύδωρ’ συμβολίζεται το Άγιο Πνεύμα (Ιωάννης, ζ΄ : 38,39).

Στη συνέχεια αφού ο πιστός άνθρωπος αναγεννηθεί και βαπτιστεί στο νερό (Μάρκος,ις΄:16), πρέπει να ζητήσει από τον Κύριο να λάβει ‘την επαγγελία του Πατρός’, δηλαδή να βαπτιστεί με Άγιο Πνεύμα, όπως είχε παραγγείλει ο ίδιος τους αποστόλους αλλά και όπως οι απόστολοι παρήγγειλαν στους πιστούς την μέρα της Πεντηκοστής (Πράξεις, α΄:4-7, β΄:38,39). Για την βάπτιση με Άγιο Πνεύμα των πιστών από τον Ιησού Χριστό, μαρτύρησε και ο Ιωάννης ο Βαπτιστής λέγοντας: «Και εγώ δεν εγνώριζον αυτόν αλλ' ο πέμψας με διά να βαπτίζω εν ύδατι εκείνος μοι είπεν εις όντινα ίδης το Πνεύμα καταβαίνον και μένον επ' αυτόν, ούτος είναι ο βαπτίζων εν Πνεύματι Αγίω.» (Ιωάννης, α΄:33-34).
Το αρχικό βάπτισμα  του πιστού με Άγιο Πνεύμα, όπως και η διαρκής πλήρωση αυτού με το Άγιο Πνεύμα φανερώνονται, όπως αναφέρεται στην   Α΄ Κορινθίους επιστολή: ως εξής: «Δίδεται δε εις έκαστον η φανέρωσις του Πνεύματος προς το συμφέρον. Διότι εις άλλον μεν δίδεται δια του Πνεύματος λόγος σοφίας, εις άλλον δε λόγος γνώσεως, κατά το αυτό Πνεύμα∙ εις άλλον δε πίστις, δια του αυτού Πνεύματος∙ εις άλλον δε χαρίσματα ιαμάτων, δια του αυτού Πνεύματος∙ εις άλλον δε ενέργειαι θαυμάτων, εις άλλον δε προφητεία, εις άλλον δε διακρίσεις πνευμάτων, εις άλλον δε είδη γλωσσών, εις άλλον δε ερμηνεία γλωσσών∙ πάντα δε ταύτα ενηργεί το εν και το αυτό Πνεύμα, διανέμον ιδία εις έκαστον καθώς θέλει» (Α΄ Κορινθίους, ιβ΄: 7-11).

Αυτό σημαίνει ότι και σήμερα στην  εκκλησία του Χριστού πρέπει να υπάρχουν αυτά τα χαρίσματα του  Αγίου Πνεύματος. Δηλαδή να γίνονται θαύματα, να μιλάει το Πνεύμα του Θεού με το χάρισμα της προφητείας και της ερμηνείας  και γενικά κάθε πιστός να έχει κάποιο από τα χωρίσματα  που δίνει το Άγιο Πνεύμα. Ως προς τα χαρίσματα της προφητείας και της γλωσσολαλιάς, ο απόστολος Παύλος αναφέρει: «Ο λαλών γλώσσαν αγνώριστον, εαυτόν οικοδομεί∙ ο δε προφητεύων, την εκκλησίαν οικοδομεί» (Α΄ Κορινθίους, ιδ΄:3-4). Υπάρχει λοιπόν  δια του Πνεύματος προσωπική οικοδομή και γενική οικοδομή, προσωπική μεν με την γλωσσολαλιά και γενική δε σε όλη την εκκλησία με την προφητεία, χωρίς βέβαια να αγνοούνται τα υπόλοιπα χαρίσματα. Αυτό διότι ο κίνδυνός της υπερτόνισης ορισμένων χαρισμάτων σε βάρος άλλων ή της αγάπης, όπως και ο λανθασμένος τρόπος εκδήλωσης αυτών κατά τη λειτουργία της εκκλησίας   επισημαίνονται στον λόγο του Κυρίου κυρίως στα κεφάλαια ιγ΄  και ιδ΄ της   Α΄ Κορινθίους επιστολής όπου επί πλέον δίνονται οδηγίες για τη σωστή λειτουργία των χαρισμάτων την ώρα της συνάθροισης της εκκλησίας. Αναφέρουμε σχετικά:«Τι πρέπει λοιπόν,αδελφοί; Όταν συνέρχησθε, έκαστος υμών ψαλμόν έχει, διδαχήν έχει,γλώσσαν έχει,αποκάλυψιν έχει,ερμηνείαν έχει πάντα αςγίνωνται προς οικοδομήν. Εάν τις λαλή γλώσσαν αγνώριστον, ας κάμωσι τούτο ανά δύο ή το περισσότερον ανά τρεις και εκ διαδοχής, και εις ας διερμηνεύη αλλ' εάν δεν ήναι διερμηνευτής, ας σιωπά εν τη εκκλησία, ας λαλή δε προς εαυτόν και προς τον Θεόν.  Προφήται δε ας λαλώσι δύο ή τρεις, και οι άλλοι ας διακρίνωσιν  εάν δε έλθη αποκάλυψις εις άλλον καθήμενον, ο πρώτος ας σιωπά. Διότι δύνασθε ο εις μετά τον άλλον να προφητεύητε πάντες, διά να μανθάνωσι πάντες και πάντες να παρηγορώνται  και τα πνεύματα των προφητών υποτάσσονται εις τους προφήτας διότι ο Θεός δεν είναι ακαταστασίας, αλλ' ειρήνης. Καθώς εν πάσαις ταις εκκλησίαις των αγίων.» (Α΄ Κορινθίους  ιδ΄: 26-33).

Με αυτόν τον τρόπο, το Άγιο το Πνεύμα διοικεί την εκκλησία την ώρα των συναθροίσεων, με το να οικοδομεί, να προτρέπει και να παρηγορεί προς το συμφέρον. Επιπλέον, ατομικά το Άγιο Πνεύμα που κατοικεί μέσα στον πιστό προσεύχεται γι’ αυτόν με στεναγμούς αλάλητους, του διδάσκει το φρόνημά Του που είναι ζωή και ειρήνη (Ρωμαίους, η΄: 6,26,27), τον απελευθερώνει από το νόμο της σάρκας και του δίνει τον καρπό Του (Γαλάτες, ε΄: 18,22). Η διοίκηση λοιπόν του Πνεύματος έχει σκοπό να οικοδομεί τον χριστιανό και την εκκλησία, με τελικό στόχο τον αγιασμό των πιστών ώστε να είναι φως στον κόσμο και πάντοτε έτοιμοι να  συναντήσουν Κύριο τον Θεό τους. Αμήν!

 

 

«διότι πάσαι αι επαγγελίαι του Θεού είναι εν αυτώ το ναι, και εν αυτώ το αμήν, προς δόξαν του Θεού δι’ ημών» ( Β΄ Κορινθίους, α΄:20)
«Διότι έχετε χρείαν υπομονής, διά να κάμητε το θέλημα του Θεού και να λάβητε την επαγγελίαν» (Εβραίους,ι΄:36)

Ο Κύριος ο Θεός, είναι ο Ποιητής του ουρανού και της γης, δηλαδή του χώρου και της ύλης. Αυτός δημιούργησε αστέρες πλανήτες και Γαλαξίες και έθεσε τους νόμους που καθορίζουν τη θέση και τις κινήσεις τους. Αυτός διαμόρφωσε τις κατάλληλες συνθήκες στον πλανήτη Γη, έτσι ώστε να κατοικείται. Έτσι από την ακατασκεύαστη αρχικά ύλη, έφτιαξε τα στοιχεία και την πρώτη βασική για τη ζωή χημική ένωση, το νερό, μετά το επίσης απαραίτητο φως, το φυτικό βασίλειο που παράγει με τη φωτοσύνθεση τροφή και μετά το ζωικό βασίλειο του πλανήτη Γη. Τέλος έπλασε τον άνθρωπο κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσή Του.
Όσο αφορά το βασικό ερώτημα, ‘Ποιος είναι ο σκοπός της δημιουργίας;’ ο λόγος του Κυρίου απαντά: ‘Διότι η μεγάλη προσδοκία της κτίσεως προσμένει την φανέρωσιν των υιών του Θεού’.( Ρωμαίους η΄: 19) Με βάση αυτό μπορούμε να πούμε ότι όλες οι επαγγελίες του Θεού στους ανθρώπους έχουν να κάνουν με την εκπλήρωση αυτού του σκοπού.
Έτσι o Θεός αφού δημιούργησε τους πρωτόπλαστους Αδάμ και Εύα τους έθεσε στον κήπο της Εδέμ, να ζουν και να εργάζονται σε ένα κατάλληλο και ευλογημένο περιβάλλον διαβίωσης για αυτούς, δίνοντας τους την ελευθερία να επιλέξουν ανάμεσα στη ζωή και το θάνατο. Οι πρωτόπλαστοι παράκουσαν στο θέλημα του Θεού με αποτέλεσμα, ο μισθός της αμαρτίας που είναι ο θάνατος να έρθει στη ζωή αυτών και των απογόνων τους.
Αμέσως μετά την πτώση των πρωτοπλάστων, ο Θεός έδωσε την πρώτη επαγγελία σχετική με την σωτηρία του ανθρώπου, λέγοντάς στον Σατανά ο οποίος είχε εξαπατήσει μέσω του όφεως την Εύα, ‘έχθραν θέλω στήσει αναμέσον σου και της γυναικός, και αναμέσον του σπέρματός σου και του σπέρματος αυτής αυτό θέλει σου συντρίψει την κεφαλήν, και συ θέλεις κεντήσει την πτέρναν αυτού’ ( Γένεση, γ΄:15).
Αυτή η επαγγελία εκπληρώθηκε στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού, του Υιού του Θεού. Διαβάζουμε σχετικά: «ότε όμως ήλθε το πλήρωμα του χρόνου, εξαπέστειλεν ο Θεός τον Υιόν αυτού, όστις εγεννήθη εκ γυναικός και υπετάγη εις τον νόμον, διά να εξαγοράση τους υπό νόμον, διά να λάβωμεν την υιοθεσίαν. Και επειδή είσθε υιοί, εξαπέστειλεν ο Θεός το Πνεύμα του Υιού αυτού εις τας καρδίας σας, το οποίον κράζει Αββά, ο Πατήρ. Όθεν δεν είσαι πλέον δούλος αλλ' υιός εάν δε υιός, και κληρονόμος του Θεού διά του Χριστού» ( Γαλάτες, δ΄: 4-7)
Συνεπώς σήμερα, στην οικονομία της χάριτος που ζούμε, για να γίνει ο άνθρωπος υιός Θεού, πρέπει πιστέψει και να δεχθεί  τον Ιησού Χριστό σαν προσωπικό του Σωτήρα. Διαβάζουμε σχετικά: ‘Εις τα ίδια ήλθε, και οι ίδιοι δεν εδέχθησαν αυτόν. Όσοι δε εδέχθησαν αυτόν, εις αυτούς έδωκεν εξουσίαν να γείνωσι τέκνα Θεού, εις τους πιστεύοντας εις το όνομα αυτού οίτινες ουχί εξ αιμάτων ουδέ εκ θελήματος σαρκός ουδέ εκ θελήματος ανδρός, αλλ' εκ Θεού εγεννήθησαν.’ (Ιωάννης, α΄: 11-13)
Βέβαια και σε όλες τις γενεές των ανθρώπων που προηγήθηκαν της ενανθρώπισης του Ιησού Χριστού, η πίστη του ανθρώπου στις επαγγελίες του Θεού, ήταν το κριτήριο  ευαρέσκειας του Θεού σ’ αυτόν, σύμφωνα με το γεγραμμένο, ‘χωρίς δε πίστεως αδύνατον είναι να ευαρεστήση τις εις αυτόν διότι ο προσερχόμενος εις τον Θεόν πρέπει να πιστεύη ότι είναι και γίνεται μισθαποδότης εις τους εκζητούντας αυτόν’ ( Εβραίους, ια΄:6).
Αναφέρουμε σαν παράδειγμα, τον ονομαζόμενο πατέρα της πίστης, τον Αβραάμ. Όταν φανερώθηκε ο Κύριος στον Αβραάμ, του είπε να βγει από την γη του, από τη συγγένειά του και από το σπίτι του πατέρα του και να πάει στη γη που Αυτός θα του έδειχνε.  Επίσης του έδωσε επαγγελίες λέγοντας ότι θα τον ευλογούσε, ότι θα τον έκανε μεγάλο έθνος  και ότι μέσω αυτού θα ευλογούντο όλες οι φυλές της Γης (Γένεση, ιβ΄:1-2). Ο Αβραάμ, ο οποίος βγήκε από μια συγγένεια ειδωλολατρική (Ιησούς του Ναυή, κδ΄:2), δεν το σκέφτηκε πολύ, αλλά πίστεψε στα λόγια του αληθινού Θεού και ‘εξήλθε μη εξεύρων που υπάγει’( Εβραίους, ια΄:8). Ο Αβραάμ λοιπόν, εφόσον δέχτηκε τον Θεό στη ζωή του, εννόησε ότι έπρεπε να υπακούσει στην φωνή του Κυρίου και εκεί που θα τον οδηγούσε ο Κύριος στην καθημερινή του πορεία, εκεί να πήγαινε και αυτός.
Ο Αβραάμ, έφτασε τελικά στη γη που ο Κύριος του έδειξε, την οποία ο Κύριος, με νέα επαγγελία, υποσχέθηκε να τη χαρίσει στο σπέρμα του. Διαβάζοντας τη συνέχεια της ζωής του Αβραάμ, βλέπουμε  ότι δεν ήταν όλα ρόδινα στη ζωή του αλλά πέρασε μεγάλες δοκιμασίες. Η επαγγελία του Θεού ότι θα τον κάνει μεγάλο έθνος, δηλαδή ότι θα κάνει παιδί ή παιδιά με την Σάρρα την γυναίκα του αργούσε να εκπληρωθεί, μιας και η Σάρρα ήταν στείρα και δεν μπορούσε να τεκνοποιήσει. Ο Κύριος φανερωνόταν στον Αβραάμ και τον ενίσχυε ψυχολογικά με την παρουσία Του και του μιλούσε. Ο Αβραάμ όμως έλεγε στον Κύριο ότι είναι άτεκνος και ότι θα τον κληρονομήσει ο δούλος του ο Ελιέζερ. Όμως ο Κύριος του είπε πως θα του δώσει  παιδί που αυτό θα τον κληρονομήσει. Εκείνη την νύχτα, ο Κύριος έδειξε στον Αβραάμ τα άστρα του ουρανού και του είπε ότι όσο είναι το  πλήθος των άστρων τόσος θα είναι ο αριθμός των απογόνων του.  Τότε ο Αβραάμ πίστεψε στα λόγια του Θεού και αυτή η πίστη του λογίστηκε σε δικαιοσύνη (Γένεσις,ιε΄ 1-6). Ο Θεός είχε καθορίσει την ώρα και τον χρόνο που ο Αβραάμ θα έκανε παιδί με την Σάρρα. Αρχικά ο Κύριος δεν φανέρωσε στον Αβραάμ πότε θα ενεργήσει. Αφού πέρασαν 24 χρόνια από τότε που έδωσε την επαγγελία, βλέπουμε τον Κύριο να έρχεται στον Αβραάμ και στη Σάρρα και να τους φανερώνει ότι σε ένα χρόνο από εκείνη την ημέρα η Σάρρα θα γεννήσει υιό (τον Ισαάκ). Η Σάρρα αρχικά δεν πίστεψε και γέλασε, μετά όμως που ο Κύριος την έλεγξε γι’ αυτό το γέλιο της απιστίας, η Σάρρα φοβήθηκε, γεγονός που αποδεικνύει ότι τελικά και αυτή πίστεψε στην επαγγελία του Κυρίου. Έτσι μετά από λίγο συνέλαβε και μέσα σε ένα χρόνο γέννησε τον Ισαάκ.
Σίγουρα είναι δύσκολο, όπως ήταν στον Αβραάμ και στη Σάρρα, έτσι και στον καθένα μας, να περιμένουμε να εκπληρωθούν προσωπικά μας αιτήματα για τα οποία έχουμε από τον Θεό επαγγελία για την εκπλήρωσή τους. Αυτό που μας έχει υποσχεθεί ο Θεός μπορεί μερικές φορές να αργεί να εκπληρωθεί αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα εκπληρωθεί ποτέ. Εφόσον φυσικά μένουμε πιστοί στον Κύριο και δεν αποκάμουμε, σίγουρα θα εκπληρωθεί,‘διότι εάν δεν αποκάμνωμεν, θέλομεν θερίσει εν τω δέοντι καιρώ’(Γαλάτες, ς΄:9). Δεν είναι εύκολο φυσικά να περιμένουμε για πολύ καιρό μια μη υλοποιημένη επαγγελία. Το μάθημα της υπομονής είναι πολύ δύσκολο, ειδικά όταν τα προβλήματα είναι μεγάλα και τότε δοκιμάζεται η πίστη μας στον Θεό. Ο Θεός, είναι δίκαιος και δεν ξεχνά τις υποσχέσεις του. Όμως σαν καλός Πατέρας θέλει  να δώσει μια παιδεία στα παιδιά Του, ώστε αυτά να εκτιμήσουν σωστά την μέγιστη επαγγελία της σωτηρίας που χάρισε, με τη θυσία του Υιού Του, στη ζωή τους, έτσι ώστε αυτά να παραμείνουν κοντά Του μέχρι τέλους. Γι’ αυτό ο Κύριος Ιησούς Χριστός μας δίνει μια επαγγελία, με προϋπόθεση εκπλήρωσης, λέγοντας, ‘ζητείτε πρώτον την βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνην αυτού, και ταύτα πάντα θέλουσι σας προστεθή’ (Ματθαίος, ς΄:33). Αν κάνουμε αυτό, δεν θα αποκάμουμε περιμένοντας την εκπλήρωση των προσωπικών επαγγελιών που έχουμε από το Θεό και αφορούν κυρίως αποκατάσταση επαγγελματική ή οικογενειακή ή υγείας στη ζωή μας. Επί πλέον, όταν εκπληρωθούν αυτές οι επαγγελίες στη ζωή μας, δεν θα κινδυνέψουμε να πούμε όταν ο Κύριος μας καλεί ‘αγρόν ηγόρασα , και έχω ανάγκην να εξέλθω και να ίδω αυτόν’ή ‘Ηγόρασα πέντε ζεύγη βοών, και υπάγω να δοκιμάσω αυτάή‘Γυναίκα ενυμφεύθην, και διά τούτο δεν δύναμαι να έλθω’(Λουκάς, ιδ΄:18-20) .
Συνοψίζοντας αναφέρουμε ότι όλες οι επαγγελίες του Θεού είναι ναι και αμήν. Οι μέγιστες και τίμιες επαγγελίες που αφορούν την συγχώρηση και αναγέννηση του αμαρτωλού ανθρώπου όπως και τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος, ναι μεν απευθύνονται σε όλους τους ανθρώπους αλλά εκπληρώνονται μόνο σ’ αυτούς που μετανοούν και πιστεύουν στον Ιησού Χριστό και το ευαγγέλιό Του. Η ώρα του Θεού για την εκπλήρωση αυτών των επαγγελιών έχει να κάνει συνεπώς με την ειλικρινή μετάνοια, πίστη και την εκζήτηση του θελήματος του Θεού από τον πιστό άνθρωπο στη ζωή του. Οι άλλες επαγγελίες που αφορούν την προσωπική ζωή κάθε πιστού δεν πρέπει να αμελούνται από τον πιστό, αλλά να τοποθετούνται εκ μέρους του, ιεραρχικά κάτω από την εκζήτηση της βασιλείας του Θεού. Τότε μόνο δεν θα κινδυνεύσει να χάσει την σωτηρία της ψυχής του, είτε λαμβάνοντας είτε όχι αυτές τις επαγγελίες. Γι’ αυτό ο λόγος του Θεού μας προτρέπει: ‘προσέχετε, αδελφοί, να μη υπάρχη εις μήδενα από σας πονηρά καρδία απιστίας, ώστε να αποστατήση από Θεού ζώντος, αλλά προτρέπετε αλλήλους καθ' εκάστην ημέραν, ενόσω ονομάζεται το σήμερον, διά να μη σκληρυνθή τις εξ υμών διά της απάτης της αμαρτίας διότι μέτοχοι εγείναμεν του Χριστού, εάν κρατήσωμεν μέχρι τέλους βεβαίαν την αρχήν της πεποιθήσεως,...Ας φοβηθώμεν λοιπόν μήποτε, ενώ μένει εις ημάς επαγγελία να εισέλθωμεν εις την κατάπαυσιν αυτού, φανή τις εξ υμών ότι υστερήθη αυτής. Διότι ημείς ευηγγελίσθημεν, καθώς και εκείνοι αλλά δεν ωφέλησεν εκείνους ο λόγος, τον οποίον ήκουσαν, επειδή δεν ήτο εις τους ακούσαντας ηνωμένος με την πίστιν (Εβραίους, γ:12-14, δ΄:1,2). Αμήν!

 

 
Περισσότερα Άρθρα...

Πορευθέντες λοιπόν μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αυτούς να φυλάττωσι πάντα όσα παρήγγειλα εις εσάς· και ιδού, εγώ είμαι μεθ' υμών πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος. (Ματθαίος κη' 19)