«Και ιδού, θέλεις συλλάβει εν γαστρί, και θέλεις γεννήσει υιόν∙ και θέλεις καλέσει το όνομα αυτού Ιησούν» (Λουκάς, α΄:31)
«Ο λόγος όμως του Κυρίου μένει εις τον αιώνα. Και ούτος είναι ο λόγος ο ευαγγελισθείς εις εσάς.» (Α΄ Πέτρου,β΄:25) Η Μαρία, η κατά σάρκα μητέρα του Κυρίου Ιησού Χριστού, ευαγγελίστηκε από τον άγγελο Γαβριήλ όταν την επισκέφτηκε και της είπε πως βρήκε χάρη από τον Θεό και ότι θα συλλάβει και θα γεννήσει υιό τον οποίον θα τον ονομάσει Ιησού. Ακόμη της είπε ότι ο Ιησούς θα ονομαστεί και Υιός Υψίστου και ότι θα του δώσει Κύριος ο Θεός τον θρόνο του Δαβίδ, όπου θα βασιλεύσει στο οίκο του Ιακώβ στους αιώνες και η βασιλεία Του δεν θα έχει τέλος. Επειδή η Μαρία δεν γνώριζε πως θα γίνει αυτό, ο άγγελος Γαβριήλ της είπε πως Πνεύμα Άγιο θα έρθει σε αυτή και δύναμη του Υψίστου θα την επισκιάσει, γι’ αυτό και το γεννημένο παιδί θα είναι άγιο και θα ονομαστεί Υιός του Θεού (Λουκάς,α΄:26-35). Η γέννηση του Κυρίου Ιησού είχε προφητευτεί στην Παλαιά Διαθήκη και ο λαός του Ισραήλ περίμενε την έλευσή Του. Όμως, το ερώτημα είναι ο Κύριος Ιησούς ήρθε μόνο για τον λαό Ισραήλ ή για όλο τον κόσμο; Η απάντηση είναι ότι ήρθε για όλο τον κόσμο, γιατί ο Κύριος είπε προς τους μαθητές του: «Πορευθέντες λοιπόν μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αυτούς να φυλάττωσι πάντα όσα παρήγγειλα εις εσάς∙ και ιδού, εγώ είμαι μεθ’ ημών πάσας τας ημέρας, έως της συντελείας του αιώνος. Αμήν» (Ματθαίος,κη΄:19-20). Οπότε το θέλημα του Θεού ‘να σωθώσι πάντες οι άνθρωποι και να έλθωσιν εις επίγνωσιν της αληθείας.’ (Α΄ Τιμόθεον, β΄:3) Ο Χριστός δεν είναι μια ιδεολογία, ούτε ένας άνθρωπος προφήτης που υπήρξε στο παρελθόν, αλλά είναι μαζί με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, ο αληθινός Τριαδικός Θεός: «Εξεύρομεν δε ότι ο Υιός του Θεού ήλθε, και έδωκε εις ημάς νόησιν, δια να γνωρίζωμεν τον αληθινόν∙ και είμεθα εν τω αληθινώ, εν τω Υιώ αυτού Ιησού Χριστώ∙ ούτος είναι ο αληθινός Θεός, και η ζωή η αιώνιος» (Α΄ Ιωάννου, ε΄:20). Η θεότητα και το έργο του Ιησού Χριστού φαίνονται και στα εδάφια: «όστις εν μορφή Θεού υπάρχων, δεν ενόμισεν αρπαγήν το να είναι ίσα με τον Θεόν∙ αλλ’ εαυτόν εκένωσε, λαβών δούλου μορφήν, γενόμενος όμοιος με τους ανθρώπους∙ και ευρεθείς κατά το σχήμα ως άνθρωπος εταπείνωσεν εαυτόν, γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού. Δια τούτο και ο Θεός υπερύψωσεν αυτόν, και εχάρισεν εις αυτόν όνομα το υπέρ παν όνομα∙ δια να κλίνη εις το όνομα του Ιησού παν γόνυ επουρανίων και επιγείων και καταχθονίων∙ και πάσα γλώσσα να ομολογήση ότι ο Ιησούς Χριστός είναι Κύριος, εις δόξαν Θεού Πατρός» (Φιλιππησίους, β΄: 6-11). Παρότι έγινε άνθρωπος, την θεότητά Του δεν την έχασε διότι αναφέρεται ‘όστις εν μορφή Θεού υπάρχων’, δηλαδή παρέμεινε Θεός ενώ έγινε άνθρωπος. Σαν άνθρωπος πειράστηκε χωρίς να αμαρτήσει και έμεινε υπάκουος στο θέλημα του Πατέρα Θεού έως τη σταυρική θυσία. Γι’ αυτό ο Πατέρας Θεός, σαν αναμάρτητο, Τον ανέστησε και του έδωσε το υπέρ παν όνομα, ώστε κάθε γόνατο να γονατίσει στο όνομα του Ιησού Χριστού και κάθε γλώσσα να ομολογήσει ότι ο Ιησούς είναι Κύριος σε δόξα του Πατέρα Θεού. Έτσι ο Ιησούς Χριστός με τη θυσία Του έγινε ο μόνος μεσίτης και αρχιερέας, μεταξύ Θεού και ανθρώπων, σύμφωνα με τα γεγραμμένα: «Διότι είναι εις Θεός, εις και μεσίτης Θεού και ανθρώπων, άνθρωπος Χριστός Ιησούς» (Α΄ Τιμόθεον, β΄:5). «Έχοντες λοιπόν αρχιερέα μέγαν, όστις διήλθε τους ουρανούς, Ιησούν τον Υιόν του Θεού, ας κρατώμεν την ομολογίαν. Διότι δεν έχομεν αρχιερέα μη δυνάμενον να συμπαθήση εις τας ασθενείας ημών, αλλά πειρασθέντα κατά πάντα καθ' ομοιότητα ημών χωρίς αμαρτίας. Ας πλησιάζωμεν λοιπόν μετά παρρησίας εις τον θρόνον της χάριτος, διά να λάβωμεν έλεος και να εύρωμεν χάριν προς βοήθειαν εν καιρώ χρείας» (Εβραίους, δ΄:14-16) Βέβαια μπορεί το θέλημα του Θεού να είναι να σωθούν όλοι οι άνθρωποι, αλλά για να σωθεί κάποιος θα πρέπει να επικαλεστεί τον Ιησού Χριστό ώστε να γίνει ο προσωπικός του σωτήρας. Γι’ αυτό όπως η παρθένος Μαρία, όταν ευαγγελίστηκε από τον άγγελο, πίστεψε στα λόγια του και συνέλαβε δια του Αγίου Πνεύματος τον Ιησού Χριστό, έτσι και σήμερα κάθε άνθρωπος που ευαγγελίζεται από τους ανθρώπους του Θεού, όταν μετανοήσει και πιστέψει, συλλαμβάνει δια του Αγίου Πνεύματος, μέσα στην πνευματική του καρδιά, τον Ιησού Χριστό. Τότε μόνο ο άνθρωπος λαμβάνει σωτηρία, ελευθερώνεται από την αμαρτία και γίνεται ‘νέο κτίσμα’. Από κει και πέρα, ο αγώνας του σωσμένου πιστού είναι να μορφωθεί ο Χριστός μέσα του και μετά φόβου και τρόμου να εργάζεται τη σωτηρία του, ώστε να μη τη χάσει.(Γαλάτες, δ΄:19, Φιλιππησίους,β΄:12) Επί πλέον ο λόγος του Θεού μας προτρέπει: ‘Ας φοβηθώμεν λοιπόν μήποτε, ενώ μένει εις ημάς επαγγελία να εισέλθωμεν εις την κατάπαυσιν αυτού, φανή τις εξ υμών ότι υστερήθη αυτής. Διότι ημείς ευηγγελίσθημεν, καθώς και εκείνοι• αλλά δεν ωφέλησεν εκείνους ο λόγος, τον οποίον ήκουσαν, επειδή δεν ήτο εις τους ακούσαντας ηνωμένος με την πίστιν’ (Εβραίους, δ΄:14-16). Βέβαια σαν άνθρωποι ‘εις πολλά πταίομεν άπαντες’(Ιακώβου, γ΄:2), αλλά ‘εάν όμως περιπατώμεν εν τω φωτί, καθώς αυτός είναι εν τω φωτί, έχομεν κοινωνίαν μετ' αλλήλων, και το αίμα του Ιησού Χριστού του Υιού αυτού καθαρίζει ημάς από πάσης αμαρτίας.’ (Α΄ Ιωάννου, α΄:7). Αυτό που εμείς γνωρίζουμε ότι ο Χριστός σταυρώθηκε για τις αμαρτίες μας και αναστήθηκε για τη δικαίωσή μας. Οπότε, κατά την εορτή του Πάσχα καλό είναι να κατανοήσουμε την σημασία της εορτής και όχι μόνο να σκεφτόμαστε το ψήσιμο του οβελία και να χάνουμε το νόημα. Έτσι λοιπόν, ας δώσουμε την αξία που πρέπει στον Ιησού Χριστό και στο ευαγγέλιο Του, επειδή το ευαγγέλιο είναι δύναμη Θεού προς σωτηρία σε καθένα που πιστεύει (Ρωμαίους,α΄:16). Το κυρίαρχο μήνυμα του ευαγγελίου είναι να μετανοήσουμε και να πιστέψουμε στον Ιησού Χριστό διότι ‘ αυτός είναι ιλασμός περί των αμαρτιών ημών∙ και ουχί μόνον περί των ημετέρων, αλλά και περί όλου του κόσμου’ (Α΄ Ιωάννου,β΄:2). Εφόσον μετανοήσουμε, να τον ζητήσουμε και να εξακολουθούμε να τον ζητάμε συνέχεια στη ζωή μας ώστε να αποκτήσουμε προσωπική επίγνωση του Κυρίου Ιησού και να ζήσουμε μαζί Του αιώνια.
Είναι για το συμφέρον της ψυχής μας να διαβάζουμε το ευαγγέλιο και με την βοήθεια του Θεού να το πράξουμε στη ζωή μας. Ας μην δούμε αυτό το θεόπνευστο βιβλίο που λέγεται Καινή Διαθήκη του Κυρίου Ιησού Χριστού ως ένα βιβλίο που υπάρχει μόνο στην εκκλησία ή σε ένα ράφι. Είναι γραμμένο: ‘Με άρτον μόνον δεν θέλει ζήσει ο άνθρωπος, αλλά με πάντα λόγον εξερχόμενον διά στόματος Θεού’ (Ματθαίος, δ΄:4). Ας ανοίξουμε λοιπόν το ευαγγέλιο του Χριστού και ο Θεός να ανοίξει τις καρδιές μας ώστε να σωθούμε και να ζήσουμε αιώνια μαζί Του. Αμήν!
«Ο δε Θεός της υπομονής και της παρηγορίας είθε να σας δώση να φρονείτε το αυτό εν αλλήλοις κατά Χριστόν Ιησούν» (Ρωμαίους,ιε΄:5)
«Διά της υπομονής σας αποκτήσατε τας ψυχάς σας» (Λουκάς,κα΄:19) Υπομονή* είναι το να υποφέρει κάποιος κάτι δυσάρεστο, θλιβερό, οδυνηρό που του συμβαίνει χωρίς να διαμαρτύρεται, όπως και το να μπορεί κάποιος να παραμένει ήρεμος περιμένοντας κάποιον ή κάτι που αργεί να έρθει ή κάνοντας κάτι δύσκολο. Η υπομονή είναι απαραίτητο να υπάρχει και στην πνευματική ζωή του χριστιανού. Ένας χριστιανός, για παράδειγμα, έχει κάποια αιτήματα, προσεύχεται για αυτά και περιμένει με υπομονή την απάντηση του Θεού. Η απάντηση του Θεού στο αίτημα του χριστιανού μπορεί να είναι άμεση ή μπορεί να μεσολαβεί κάποιο χρονικό διάστημα. Άμεση απάντηση του Θεού βλέπουμε καθώς διαβάζουμε στις Πράξεις των Αποστόλων, στην περίπτωση που ο Ηρώδης αφού σκότωσε τον Ιάκωβο τον αδερφό του Ιωάννη, συνέλαβε τον Πέτρο και τον φυλάκισε με σκοπό να θανατώσει κι’ αυτόν. Τότε η εκκλησία προσευχότανε ακατάπαυστα στον Θεό για αυτόν και ο Θεός άκουσε την προσευχή, έστειλε ένα άγγελο και ελευθέρωσε τον Πέτρο παρ’ όλο που ήταν αλυσοδεμένος και τον φρουρούσαν δεκαέξι στρατιώτες. (Πράξεις,ιβ΄:1-17). Υπάρχουν βέβαια περιπτώσεις που ο Θεός απαντάει μετά από χρόνια, όπως στην περίπτωση του Αβραάμ. Ο Κύριος είχε δώσει μια επαγγελία στον Αβραάμ: «Ο δε Κύριος είπε προς τον Άβραμ, έξελθε εκ της γης σου, και εκ της συγγενείας σου, και εκ του οίκου του πατρός σου, εις την γήν την οποίαν θέλω σοι δείξει∙ και θέλω σε κάμει εις έθνος μέγα∙ και θέλω σε ευλογήσει, και θέλω μεγαλύνει το όνομά σου∙ και θέλεις είσθαι εις ευλογίαν∙ και θέλω ευλογήσει τους ευλογούντας σε, και τους καταρωμένους σε θέλω καταρασθή∙ και θέλουσιν ευλογηθή εν σοι πάσαι αι φυλαί της γης» (Γένεσις,ιβ΄:1-3). Όταν δόθηκε στον Αβραάμ αυτή η επαγγελία από τον Κύριο ήταν σε ηλικία 75 ετών (Γένεσις, ιβ΄:4). Με βάση την επαγγελία του Κυρίου ο Αβραάμ θα κληρονομούσε μια άγνωστη για αυτόν γη και οι απόγονοι του θα γινόταν ένα μεγάλο έθνος. Ο Αβραάμ πίστεψε τα λόγια του Θεού και έφθασε στη γη Χαναάν, την οποία είχε ο Κύριος για αυτόν. Όμως τα χρόνια περνούσαν και δεν έκανε παιδί με την Σάρρα. Ο Κύριος ξαναμίλησε στον Αβραάμ, όταν ήταν 99 ετών και μεταξύ των άλλων του είπε πως σε ένα έτος θα αποκτήσει παιδί με την Σάρρα και να τον ονομάσουν Ισαάκ (Γένεσις,ιζ΄:19). Τελικά η επαγγελία εκπληρώθηκε και γεννήθηκε ο Ισαάκ όταν ο Αβραάμ ήταν 100 ετών (Γένεσις, κα΄:5). Εδώ βλέπουμε ότι μετά από 25 χρόνια εκπληρώθηκε η επαγγελία. Έτσι και ο χριστιανός δείχνει υπομονή όταν περιμένει μια επαγγελία του Θεού, όπως περίμενε και ο Αβραάμ και απόλαυσε την επαγγελία του Θεού προς αυτόν: «Και ούτω προσμείνας με υπομονήν, απήλαυσε την επαγγελίαν» (Εβραίους,ς΄:15). Συνήθως μια υπόσχεση (επαγγελία) του Θεού προς εμάς αργεί, αλλά όχι πάντοτε. Αυτό που έχει να κάνει ο χριστιανός είναι να μη χάσει την παρρησία του αλλά να δείξει υπομονή για να κάνει το θέλημα του Θεού και να λάβει την επαγγελία (Εβραίους, ι΄:35-36). Ο πρώτιστος ρόλος της υπομονής στη ζωή του χριστιανού αφορά την σωτηρία του: «ο δε υπομείνας έως τέλους, ούτος θέλει σωθή» (Ματθαίος,ι΄:22, κδ΄:13), «Διά της υπομονής σας αποκτήσατε τας ψυχάς σας» (Λουκάς, κα΄:19). Ο Πατέρας Θεός αναγεννά κάθε άνθρωπο που πιστεύει στον Υιό Του Ιησού Χριστό, δίνοντάς του σωτηρία και ζωντανή ελπίδα αιωνίου ζωής. Ο τελικός σκοπός του Θεού είναι όπως τον Αβραάμ και τον λαό Ισραήλ που προήλθε απ’ αυτόν, τους πήγε στην ευλογημένη γη της επαγγελίας, έτσι και εμάς θέλει να μας οδηγήσει σε μια ‘γη της επαγγελίας’, την βασιλεία των ουρανών, που έχει ετοιμάσει για όλους τους σωσμένους. Τον δρόμο γι’ αυτή τη βασιλεία μπορούμε όλοι οι χριστιανοί να τον βαδίσουμε σωστά μόνο αν έχουμε σαν οδηγό-πυξίδα το Ευαγγέλιο του Ιησού Χριστού, δηλαδή την Καινή Διαθήκη. Συνεπώς σε αυτό το πνευματικό περπάτημα ο κάθε χριστιανός που ισχυρίζεται ότι έχει γνωρίσει τον Ιησού Χριστό, δεν μπορεί να κάνει ότι θέλει, αλλά πρέπει να βαδίζει σύμφωνα με τις εντολές που ο Κύριος Ιησούς μας έχει δώσει: «Δεν θέλει εισέλθει εις την βασιλείαν των ουρανών πας ο λέγων προς εμέ, Κύριε, Κύριε∙ αλλ’ ο πράττων το θέλημα του Πατρός μου του εν τοις ουρανοίς.» (Ματθαίος,ζ΄:21). Όσο αφορά το βασικό ερώτημα, «Πώς θα αποκτήσουμε υπομονή και θα αυξανόμαστε σ’ αυτή;», αναφέρουμε ότι η υπομονή είναι ένα μέρος της πνευματικής οικοδομικής που καλείται κάθε χριστιανός να οικοδομήσει στη πνευματική ζωή του: «Και δι' αυτό δε τούτο καταβαλόντες πάσαν σπουδήν, προσθέσατε εις την πίστην σας την αρετήν, εις την αρετήν την γνώσιν, εις δε την γνώσιν την εγκράτειαν, εις δε την εγκράτειαν την υπομονήν, εις δε την υπομονήν την ευσέβειαν, εις δε την ευσέβειαν την φιλαδελφίαν, εις δε την φιλαδελφίαν την αγάπην» (Β΄ Πέτρου,α΄:5-7). Η σπουδή πιστεύουμε ότι αναφέρεται σε ενέργειες του χριστιανού, όπως: • Εκζήτηση δια της προσευχής, « Συ όμως, ω άνθρωπε του Θεού, ταύτα φεύγε• ζήτει δε δικαιοσύνην, ευσέβειαν, πίστιν, αγάπην, υπομονήν, πραότητα.» (Α΄ Τιμόθεον,ς΄:11). • Πλήρωση με Άγιο Πνεύμα, « Ο δε καρπός του Πνεύματος είναι αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, αγαθωσύνη, πίστις, πραότης, εγκράτεια» (Γαλάτας, ε΄:22,23). Η μακροθυμία περιέχει την υπομονή και επί πλέον την ευσπλαχνία και κατανόηση, «ενδυναμούμενοι εν πάση δυνάμει κατά το κράτος της δόξης αυτού εις πάσαν υπομονήν και μακροθυμίαν»(Κολ.,α΄:11) • Καλή γνώση του λόγου του Θεού, που μας πληροφορεί σχετικά, «Και ουχί μόνον τούτο, αλλά και καυχώμεθα εις τας θλίψεις∙ γινώσκοντες ότι η θλίψις εργάζεται υπομονήν, η δε υπομονή δοκιμήν, η δε δοκιμή ελπίδα, η δε ελπίς δεν καταισχύνει, διότι η αγάπη του Θεού είναι εκκεχυμένη εν ταις καρδίαις ημών διά Πνεύματος Αγίου του δοθέντος εις ημάς»(Ρωμαίους,ε΄:3-5). «Διότι όσα προεγράφησαν, διά την διδασκαλίαν ημών προεγράφησαν, διά να έχωμεν την ελπίδα διά της υπομονής και της παρηγορίας των γραφών» (Ρωμαίους, ιε΄:4). Έτσι οι πιστοί γνωρίζουν ότι ‘διά πολλών θλίψεων πρέπει να εισέλθωμεν εις την βασιλείαν του Θεού’ (Πράξεις,ιδ΄:22). Κοινό παράδειγμα θλίψεως πολλών χριστιανών είναι όταν οι δικοί τους άνθρωποι είναι αντίθετοι με την εν Χριστώ ζωή τους και τους στενοχωρούν. Άλλο παράδειγμα θλίψης είναι όταν ένας πιστός ομολογεί τις ενέργειες του Χριστού στη ζωή του και οι συνάνθρωποί του που τον ακούνε, τον ειρωνεύονται ή και τον διώκουν. Μέσα από αυτές τις θλίψεις, αλλά και άλλες που έχουν να κάνουν με προβλήματα υγείας, εργασίας, οικογένειας κ.α., ο Θεός εργάζεται υπομονή στην καρδιά του χριστιανού ώστε να γίνει ένας δυνατός και δόκιμος χαρακτήρας που θα αντέξει, όπως ο Ιώβ, μέχρι ο Θεός να κάνει έκβαση. Συνοψίζοντας λέμε η υπομονή είναι αναγκαία στην πνευματική μας πορεία και ευχόμαστε ο Θεός να μας αξιώσει να υπομείνουμε έως τέλους ώστε με την χάρη Του να μπούμε στην βασιλεία των ουρανών. Αμήν!
(*σύμφωνα με το ερμηνευτικό λεξικό Ε. Κριάρα)
|
«Καθαρίσαντες λοιπόν τας ψυχάς σας με την υπακοήν της αληθείας διά του Πνεύματος, προς φιλαδελφίαν ανυπόκριτον, αγαπήσατε ενθέρμως αλλήλους εκ καθαράς καρδίας» ( Α΄ Πέτρου,α΄:22)
Ο Κύριος Ιησούς στο τελευταίο δείπνο με τους μαθητές του, πριν τον πιάσουν για να τον σταυρώσουν, τους είπε μια νέα εντολή: «Εντολήν καινήν σας δίδω, Να αγαπάτε αλλήλους∙ καθώς εγώ σας ηγάπησα, και σεις να αγαπάτε αλλήλους. Εκ τούτου θέλουσι γνωρίσει πάντες ότι είσθε μαθηταί μου, εάν έχητε αγάπην προς αλλήλους» (Ιωάννης,ιγ΄:34-35). Ο Κύριος τονίζει «καθώς εγώ σας αγάπησα», που σημαίνει ότι θεωρεί πολύ σημαντική την προς αλλήλους αγάπη των εν Χριστώ αδελφών. Να μην ξεχνάμε ότι ο Κύριος θυσιάστηκε μεν για όλους τους ανθρώπους (Ιωάννης, ιβ΄:32,33), αλλά μόνο αυτοί που θα εκτιμήσουν σωστά αυτή τη θυσία και θα πιστέψουν σ’ Αυτόν θα αποτελέσουν την εκκλησία Του. Η εκκλησία του Χριστού σαν σύνολο πιστών που συναθροιζόταν και συμπροσευχόταν, μπορούμε να πούμε ότι ξεκίνησε με εκατόν είκοσι πιστούςστην Ιερουσαλήμ(Πράξεις,α΄:15), ενώ την ημέρα της Πεντηκοστής που οι 120 βαπτίστηκαν στο Άγιο Πνεύμα, μετά το κήρυγμα του Πέτρου βαπτίστηκαν στο νερό και προστέθηκαν στην εκκλησία άλλοι τρεις χιλιάδες (Πράξ.,β΄:41). Η πρώτη εκκλησία του Χριστού είχε πολύ όμορφα χαρακτηριστικά: «Και ενέμενον εν τη διδαχή των αποστόλων, και εν τη κοινωνία, και εν τη κλάσει του άρτου και εν ταις προσευχαίς» (Πράξεις,β΄:42). Η διδαχή των αποστόλων ήταν η διδασκαλία του λόγου του Θεού από τους αποστόλους που έθεσε ο Κύριος Ιησούς. Η κοινωνία είναι η ‘κοινωνία μετ’ αλλήλων’ δηλαδή όλα τα μέλη της εκκλησίας να συναναστρέφονται μεταξύ τους. Η κλάση του άρτου είναι η Θεία Κοινωνία του σώματος και του αίματος του Κυρίου Ιησού που γίνεται κάθε Κυριακή και φυσικά οι προσευχές που είναι ο απαραίτητος τρόπος επικοινωνίας των πιστών με το Θεό. Επίσης, τότε είχαν τόση αγάπη ο ένας προς τον άλλον, ώστε όλα τους τα υπάρχοντα τα είχαν κοινά και τα χρήματα από δωρεές τα διαμοίραζαν μεταξύ τους, σύμφωνα με τις ανάγκες τους. Αυτό το έκαναν χωρίς να τους αναγκάζει κανείς, αλλά με ελεύθερη βούληση είχαν επιλέξει να τα θεωρούν όλα κοινά και να προσφέρουν στο έργο του Κυρίου (Πράξεις,β΄:44-47). Μια τέτοια εκκλησία με παρόμοια χαρακτηριστικά θέλει και ο Κύριος Ιησούς σήμερα. Η αγάπη που θέλει ο Κύριος έχει τα δικά της χαρακτηριστικά καθώς διαβάζουμε στην πρώτη προς Κορινθίους επιστολή: «Η αγάπη μακροθυμεί, αγαθοποιεί∙ η αγάπη δεν φθονεί∙ η αγάπη δεν αυθαδιάζει, δεν επαίρεται, δεν ασχημονεί, δεν ζητεί τα εαυτής, δεν παροξύνεται, δεν διαλογίζεται το κακόν∙ δεν χαίρει εις την αδικίαν, συγχαίρει δε εις την αλήθειαν. Πάντα ανέχεται, πάντα πιστεύει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει» (Α΄ Κορινθίους, ιγ΄: 4-7). Η αγάπη λοιπόν μακροθυμεί, δηλαδή ο πιστός άνθρωπος που όντως αγαπά πρέπει να είναι ανεκτικός με κατανόηση στα λάθη και πτώσεις του αδερφού του. Η αγάπη αγαθοποιεί, δηλαδή εκδηλώνεται με καλά έργα. Η αγάπη δεν φθονεί, δηλαδή δεν πρέπει ο πιστός να θέλει το κακό κανενός για οποιοδήποτε λόγο. Η αγάπη δεν αυθαδιάζει, δηλαδή η αγάπη δεν συνάδει με θρασεία και αγενή συμπεριφορά. Η αγάπη δεν επαίρεται, δηλαδή αυτός που πραγματικά αγαπά θεωρεί τους άλλους υπερέχοντας του εαυτού του. Η αγάπη δεν ασχημονεί, δηλαδή ότι δεν πρέπει να υπάρχουν απρεπείς πράξεις. Η αγάπη δεν ζητά τα εαυτής, δηλαδή δεν πρέπει να κοιτάει κάποιος μόνο το συμφέρον του αλλά και το συμφέρον των άλλων. Η αγάπη δεν παροξύνεται, δηλαδή αυτός που αγαπά δεν εξάπτεται κατά οποιουδήποτε και για οτιδήποτε. Η αγάπη δεν διαλογίζεται το κακόν, δηλαδή αν αγαπάμε δεν πρέπει ούτε να σκεφτόμαστε το κακό. Η αγάπη δεν χαίρει στην αδικία, δηλαδή να μην χαιρόμαστε όταν αδικείται κάποιος, ακόμα και αν αυτός να μας έχει αδικήσει. Η αγάπη συγχαίρει στην αλήθεια, δηλαδή η αγάπη εκδηλώνεται με χαρά όταν επικρατεί η αλήθεια. Η αγάπη πάντα ανέχεται, πάντα πιστεύει, πάντα ελπίζει και πάντα υπομένει, με την προϋπόθεση βέβαια αυτά τα πάντα που ανέχεται, πιστεύει, ελπίζει και υπομένει, να είναι σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Τα παραπάνω στοιχεία της αγάπης καλό είναι συνεχώς να εξετάζω αν τα κάνω στην ζωή μου. Επειδή όμως σαν άνθρωποι σε πολλά φταίμε όλοι, καλό είναι να ζητάμε συγχώρεση ο ένας από τον άλλον και να συγχωρούμε ο ένας τον άλλον καθώς μας λέει ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός (Μάρκος, ια΄:25). Καλό είναι να επισημάνουμε ότι η φιλαδελφία προηγείται της αγάπης στην πνευματική οικοδομή που καλείται κάθε αναγεννημένος χριστιανός να οικοδομήσει:«Και δι' αυτό δε τούτο καταβαλόντες πάσαν σπουδήν, προσθέσατε εις την πίστιν σας την αρετήν, εις δε την αρετήν την γνώσιν, εις δε την γνώσιν την εγκράτειαν, εις δε την εγκράτειαν την υπομονήν, εις δε την υπομονήν την ευσέβειαν, εις δε την ευσέβειαν την φιλαδελφίαν, εις δε την φιλαδελφίαν την αγάπην» ( Β΄ Πέτ., α΄: 4-7). Δεν έχει νόημα να μιλάμε για αγάπη στους εχθρούς αν δεν αγαπάμε πρώτα τους αδελφούς μας. Όπως επίσης δεν έχει νόημα να μιλάμε για αγάπη στο Θεό, αν δεν αγαπάμε πρώτα τον αδελφό μας. (Α΄ Ιωάν., δ΄:21,22). Γι’ αυτό άλλωστε την φιλαδελφία μας την διδάσκει ο ίδιος ο Θεός: «Περί δε της φιλαδελφίας δεν έχετε χρείαν να σας γράφω διότι σεις αυτοί είσθε θεοδίδακτοι εις το να αγαπάτε αλλήλους»(Α΄Θεσ., δ΄:9). Η αγάπη δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι είναι καρπός του Αγίου Πνεύματος (Γαλάτας,ε΄:22) και το Άγιο Πνεύμα μας χορηγεί αγάπη όταν φυλάμε τις εντολές του Θεού: «Διότι αύτη είναι η αγάπη του Θεού, το να φυλάττωμεν τας εντολάς αυτού και αι εντολαί αυτού βαρείαι δεν είναι.» (Α΄ Ιωάν., ε΄:3). Όπως η σωστή πίστη έρχεται με την ακοή του λόγου του Θεού (Ρωμ., ι΄:17), έτσι και η πραγματική αγάπη έρχεται με την εκτέλεση των εντολών του Θεού που είναι γραμμένες στο Ευαγγέλιο του Ιησού Χριστού, την Καινή Διαθήκη. Η διατήρηση της φιλαδελφίας, όπως της σωστής πίστης και της πραγματικής αγάπης, είναι διαρκής αγώνας σε όλη την επίγεια ζωή του πιστού. Γι’ αυτό ο λόγος του Θεού συμβουλεύει: «Η φιλαδελφία ας μένη» (Εβρ. ιγ΄:1) και επί πλέον «γίνεσθε προς αλλήλους φιλόστοργοι διά της φιλαδελφίας, προλαμβάνοντες να τιμάτε αλλήλους» (Ρωμ., ιβ΄:10) Αν παραμένουμε στο φως που είναι ο Ιησούς Χριστός, θα έχουμε κοινωνία με τους αδερφούς μας (Α΄ Ιωάννου, α΄:7), γεγονός που σημαίνει ότι είμαστε φιλόστοργοι σ’ αυτούς, υποφέρουμε και συγχωρούμε τα λάθη και τις αδυναμίες τους, άρα ότι έχουμε αγάπη προς αυτούς. Τότε το αίμα του Κυρίου Ιησού Χριστού θα καθαρίζει και εμάς από κάθε αμαρτία. Αμήν!
«Σας παρακαλώ λοιπόν εγώ, ο δέσμιος εν Κυρίω, να περιπατήσητε ως της προσκλήσεως καθ’ην προσεκλήθητε, μετά πάσης ταπεινοφροσύνης και πραότητος, μετά μακροθυμίας, υποφέροντες αλλήλους εν αγάπη, σπουδάζοντες να διατηρήτε την ενότητα του Πνεύματος δια του συνδέσμου της ειρήνης…Και αυτός έδωκεν άλλους μεν αποστόλους, άλλους δε προφήτας, άλλους δε ευαγγελιστάς, άλλους δε ποιμένας και διδασκάλους, προς την τελειοποίησιν των αγίων, δια το έργον της διακονίας, δια την οικοδομήν του σώματος του Χριστού∙ εωσού καταντήσωμεν πάντες εις την ενότητα της πίστεως, και της επιγνώσεως του Υιού του Θεού, εις άνδρα τέλειον, εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού…» (Εφεσίους,δ΄:1-3,11-13)
Ο Κύριος Ιησούς είχε αναγγείλει προς τους μαθητές του για την επαγγελία του Αγίου Πνεύματος: «Και ιδού, εγώ αποστέλλω την επαγγελία του Πατρός μου εφ’ υμάς∙ σεις δε καθήσατε εν τη πόλει Ιερουσαλήμ, εωσού ενδυθήτε δύναμιν εξ ύψους» (Λουκάς, κδ΄:49). Η επαγγελία του Πνεύματος του Αγίου έλαβε χώρα την ημέρα της Πεντηκοστής: «Και ότε ήλθεν η ημέρα της Πεντηκοστής, ήσαν άπαντες ομοθυμαδόν εν τω αυτώ τόπω. Και εξαίφνης έγεινεν ήχος εκ του ουρανού ως ανέμου βιαίως φερομένου, και εγέμισεν όλον τον οίκον όπου ήσαν καθήμενοι. Και εφάνησαν εις αυτούς διαμεριζόμεναι γλώσσαι ως πυρός, και εκάθισεν επί ένα έκαστον αυτών. Και επλήσθησαν άπαντες Πνεύματος Αγίου, και ήρχισαν να λαλώσι ξένας γλώσσας, καθώς το Πνεύμα έδιδεν εις αυτούς να λαλώσιν» Πράξεις,β΄:1-4).
Το Άγιο Πνεύμα διδάσκει και υπενθυμίζει τα λόγια του Κυρίου στους πιστούς, ελέγχει τον κόσμο, μαρτυρεί για τον Χριστό και Τον δοξάζει. Διαβάζουμε σχετικά:
«Ο δε Παράκλητος, το Πνεύμα το Άγιον, το οποίον θέλει πέμψει ο Πατήρ εν τω ονόματί μου, εκείνος θέλει σας διδάξει πάντα, και θέλει σας υπενθυμίσει πάντα όσα είπον προς εσάς»(Ιωάννης,ιδ΄:26), «Όταν όμως έλθη ο Παράκλητος, τον οποίον εγώ θέλω πέμψει προς εσάς παρά του Πατρός, το Πνεύμα της αληθείας, το οποίον εκπορεύεται παρά του Πατρός, εκείνος θέλει μαρτυρήσει περί εμού. Αλλά και εσείς μαρτυρείτε, διότι απ’ αρχής μετ’ εμού είσθε»(Ιωάννης,ιε΄:26-27), «Εγώ όμως την αλήθειαν σας λέγω∙ συμφέρει εις εσάς να απέλθω εγώ∙ διότι, εάν δεν απέλθω, ο Παράκλητος δεν θέλει ελθεί προς εσάς∙ αλλ’ αφού απέλθω, θέλω πέμψει αυτόν προς εσάς. Και ελθών εκείνος θέλει ελέγξει τον κόσμον περί αμαρτίας, και περί δικαιοσύνης, και περί κρίσεως∙» (Ιωάννης,ις΄:7,8), «όταν δε έλθη εκείνος, το Πνεύμα της αληθείας, θέλει σας οδηγήσει εις πάσαν την αλήθειαν∙ διότι δεν θέλει λαλήσει αφ’ εαυτού, αλλ’ όσα ακούση θέλει λαλήσει, και θέλει αναγγείλει τα μέλλοντα. Εκείνος θέλει δοξάσει εμέ, διότι εκ του εμού θέλει λάβει, και αναγγείλει προς εσάς» (Ιωάννης,ις΄:13-14).
Επί πλέον το Άγιο Πνεύμα δίνει χαρίσματα στους αναγεννημένους πιστούς: «Δίδεται δε εις έκαστον η φανέρωσις του Πνεύματος προς το συμφέρον. Διότι εις άλλον μεν δίδεται δια του Πνεύματος λόγος σοφίας, εις άλλον δε λόγος γνώσεως, κατά το αυτό Πνεύμα∙ εις άλλον δε πίστις, δια του αυτού Πνεύματος∙ εις άλλον δε χαρίσματα ιαμάτων, δια του αυτού Πνεύματος∙ εις άλλον δε ενέργειαι θαυμάτων, εις άλλον δε προφητεία, εις άλλον δε διακρίσεις πνευμάτων, εις άλλον δε είδη γλωσσών, εις άλλον δε ερμηνεία γλωσσών∙ πάντα δε ταύτα ενηργεί το εν και το αυτό Πνεύμα, διανέμον ιδία εις έκαστον καθώς θέλει» (Α΄ Κορινθίους, ιβ΄:4-11). Όσο φορά την διατήρηση της ενότητας του Πνεύματος λέμε ότι αυτή είναι αποτέλεσμα της σχετικής σπουδής των πιστών κάθε εκκλησίας, σύμφωνα με το γραμμένο: «σπουδάζοντες να διατηρήτε την ενότητα του Πνεύματος δια του συνδέσμου της ειρήνης» (Εφεσίους, δ΄:3).
Η ενότητα του κάθε πιστού με το Άγιο Πνεύμα επιτυγχάνεται όταν ο αναγεννημένος πιστός φροντίζει καθημερινά να πληρώνεται με Αυτό στην προσευχή και αποδεικνύεται από την ύπαρξη του καρπού Του στη ζωή του. Διαβάζουμε σχετικά:«Και μη μεθύσκεσθε με οίνον, εις τον οποίον είναι ασωτία∙ αλλά πληρούσθε διά του Πνεύματος, λαλούντες μεταξύ σας με ψαλμούς και ύμνους και ωδάς πνευματικάς, άδοντες και ψάλλοντες εν τη καρδία υμών εις τον Κύριον, ευχαριστούντες πάντοτε υπέρ πάντων εις τον Θεόν και Πατέρα εν ονόματι του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, υποτασσόμενοι εις αλλήλους εν φόβω Θεού.» (Εφεσίους,ε΄:18-21), «ο δε καρπός του πνεύματος εστίν αγάπη χαρά ειρήνη μακροθυμία χρηστότης αγαθωσύνη πίστις πραότης εγκράτεια» (Γαλάτας, ε΄:22,23). Όπως βλέπουμε η ειρήνη που αποτελεί τον σύνδεσμο για την ενότητα του Πνεύματος, είναι στοιχείο του καρπού του Αγίου Πνεύματος. Οπότε είναι αυτονόητο ότι η ενότητα του Πνεύματος στη ζωή του πιστού, είναι ασυμβίβαστη με διαπληκτισμούς, λογομαχίες και έριδες.
Αν δεν υπάρχει αυτή η πνευματική σπουδή εκ μέρους του πιστού, το Άγιο Πνεύμα λυπάται και η ενότητα του Πνεύματος κινδυνεύει να χαθεί. Γι’ αυτό ο λόγος του Θεού συμβουλεύει : «Και μη λυπείτε το Πνεύμα το Άγιο του Θεού, με το οποίον εσφραγίσθητε δια την ημέραν της απολυτρώσεως» (Εφεσίους,δ΄:30), «Πάντοτε χαίρετε, αδιαλείπτως προσεύχεσθε, κατά πάντα ευχαριστείτε διότι τούτο είναι το θέλημα του Θεού προς εσάς εν Χριστώ Ιησού.Το Πνεύμα μη σβύνετε,προφητείας μη εξουθενείτε. Πάντα δοκιμάζετε, το καλόν κατέχετε από παντός είδους κακού απέχεσθε.» (Α΄ Θεσσαλον.,ε΄:19-23)
Όσο αφορά την ενότητα της πίστεως αυτή έχει να κάνει με το να λένε όλοι οι πιστοί το ίδιο, να μη είναι σχίσματα μεταξύ τους, αλλά να είναι εντελώς ενωμένοι έχοντας το ίδιο πνεύμα και την ίδια γνώμη(Α΄ Κορινθ., α΄:10) και γενικά ‘να φρονώσι το αυτό εν Κυρίω’(Φιλιπ.,δ΄:2) Η ύπαρξη πάρα πολλών χριστιανικών δογμάτων φανερώνει ότι η ενότητα της πίστεως είναι πολύ δύσκολος στόχος. Πάντως όπως προαναφέραμε (Εφεσίους,δ΄:11-13), ο Κύριος Ιησούς έδωσε τις πέντε διακονίες στην εκκλησία ‘εωσού καταντήσωμεν πάντες εις την ενότητα της πίστεως, και της επιγνώσεως του Υιού του Θεού’. Η ενότητα συνεπώς της πίστεως επιτυγχάνεται μέσω αυτών των διακονιών που ο Κύριος έθεσε στην Εκκλησία Του. Γι’ αυτό κάθε αναγεννημένος χριστιανός που θέλει να επιτύχει αυτό τον δύσκολο στόχο, είναι απαραίτητο να προσεύχεται ώστε Ο Κύριος να του συνιστά αυτούς τους οποίους Αυτός έθεσε, έχοντας υπόψη ότι ‘δεν είναι δόκιμος όστις συνιστά αυτός εαυτόν, αλλ' εκείνος τον οποίον ο Κύριος συνιστά’ (Β΄ Κορινθ., ι΄:17). Βέβαια όπως συμβαίνει και σε ένα καλό σχολείο, η πρόοδος ενός μαθητή δεν εξαρτάται μόνο από το πόσο καλοί είναι οι δάσκαλοί και από τις μεθόδους διδασκαλίας, αλλά και από την προσωπική επιμέλεια του μαθητή. Έτσι ο συνδυασμός του έργου των διακονιών και ο προσωπικός πνευματικός αγώνας του καθενός μας θα οδηγήσει στο ‘να μη είμεθα πλέον νήπιοι, κυματιζόμενοι και περιφερόμενοι με πάντα άνεμον της διδασκαλίας, δια της δολιότητος των ανθρώπων, δια της πανουργίας εις το μεθοδεύεσθαι την πλάνην∙ αλλά αληθεύοντες εις την αγάπην, να αυξήσωμεν εις αυτόν κατά πάντα, όστις είναι η κεφαλή, ο Χριστός∙ εξ ου παν το σώμα συναρμολογούμενον και συνδεόμενον δια πάσης συναφείας των συνεργούντων μελών, κατά την ανάλογον ενέργειαν ενός εκάστου μέρους, κάμνει την αύξησιν του σώματος, προς οικοδομήν εαυτού, εν αγάπη» (Εφεσ.,δ΄:14-16).
Συνοψίζοντας λέμε ότι όταν σε μια εκκλησία του Χριστού, πρώτα οι προϊστάμενοι έχουν σκοπό και στόχο να διοικούνται από το Άγιο Πνεύμα, να ορθοτομούν την υγιαίνουσα διδασκαλία του Ευαγγελίου και να ορθοποδούν σ’ αυτή και στη συνέχεια ομοίως όλοι οι πιστοί να επιμελούνται την πνευματική τους αύξηση (σύμφωνα με τα προαναφερθέντα), τότε ο Κύριος Ιησούς θα κάνει θαυμαστή αύξηση σ’ αυτή την εκκλησία, διότι θα αποτελεί ένα υγιές κομμάτι του σώματός Του και σίγουρα σ’ αυτούς τους πιστούς θα υπάρχει η ενότητα του Πνεύματος και η ενότητα της πίστεως στο Ευαγγέλιο του Ιησού Χριστού. Αμήν!
|